Τηλεόραση Ραδιόφωνο
Μάκης Κεραυνός
Φωτογραφία: Mattpress

Η μέχρι στιγμής θέση των τραπεζών σε σχέση με το ύψος των δανειστικών επιτοκίων «δεν με βρίσκει ικανοποιημένο και γι΄ αυτό συνεχίζεται η συζήτηση και έχουν καθοριστεί συναντήσεις», τόνισε την Τρίτη ο Υπουργός Οικονομικών, Μάκης Κεραυνός, ο οποίος, παράλληλα, σημείωσε πως ανταλλάσσει απόψεις και με την εποπτική αρχή, την Κεντρική Τράπεζα.

«Το θέμα που αφορά τις τράπεζες και η θέση του Υπουργείου Οικονομικών είναι ότι πρέπει να γίνουν ενέργειες ώστε να απορροφηθεί μέρος του κόστους που προκύπτει από την αύξηση των επιτοκίων από τις τράπεζες, ούτως ώστε να υπάρξει ανακούφιση για τα νοικοκυριά και τους δανειολήπτες, και ταυτόχρονα θα πρέπει να διαφοροποιηθούν πολιτικές όσον αφορά τα καταθετικά επιτόκια ώστε να σμικρύνει η ψαλίδα μεταξύ των καταθετικών και των δανειστικών επιτοκίων και ταυτόχρονα θα πρέπει να δουν και θέματα γενικά χρεώσεων», τόνισε ο κ. Κεραυνός, σε δηλώσεις μετά τη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.

«Απαιτούμε από τις τράπεζες ως μεγάλες εταιρείες να αναλάβουν τις ευθύνες που προκύπτουν από την κοινωνική εταιρική τους ευθύνη απέναντι στην κοινωνία και την οικονομία», υπογράμμισε. 

Ανέφερε ότι η Κυβέρνηση εφαρμόζει φορολογία στις καταθέσεις 0,15% στις τράπεζες και εξετάζει όλες τις πτυχές του θέματος και «την κατάλληλη στιγμή θα πάρει τις αποφάσεις της ανάλογα και με τον τρόπο και πως θα αντιδράσουν οι τράπεζες γι’ αυτό το θέμα».

Από την πλευρά του, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, Κωνσταντίνος Ηροδότου, είπε ότι «από το 2020 η ΚΤ πιέζει και σπρώχνει και ζητά από τις τράπεζες να αυξήσουν και τις αναδιαρθρώσεις και τις επαναδιαπραγματεύσεις».

Πρόσθεσε ότι τα στοιχεία μέχρι 30 Ιουνίου 2023 «δεν δείχνουν αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων».

Ανέφερε επίσης ότι υπάρχει πτωτική τάση στις νέες αθετήσεις δανείων και πρόσθεσε ότι οι συνολικές επαναδιαπραγματεύσεις δανείων στο α΄ εξάμηνο του 2022 ήταν 0,9 δισεκατομμύριο ευρώ και το αντίστοιχο εξάμηνο φέτος είναι στα 2 δισ. ευρώ, ποσό που ξεπερνά το 1,7 δισ. ευρώ που αφορούσε όλο το 2022.

Ο κ. Ηροδότου αναφέρθηκε στην πολιτική αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ για να υποχωρήσει ο πληθωρισμός και είπε ότι όταν υποχωρήσει ο πληθωρισμός τα επιτόκια θα έρθουν σε πιο χαμηλά επίπεδα.

Πρόσθεσε πως η αύξηση των επιτοκίων «είναι προσωρινή και το μόνο φάρμακο που αν δεν δοθεί ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να μεγαλώνει» και αυτή η εξέλιξη θα είναι «κάτι πιο κακό για όλους μας».

Ανέφερε, επίσης, ότι καμιά κεντρική τράπεζα από τις χώρες μέλη της Ευρωζώνης δεν δικαιούται να επιβάλει το ύψος των επιτοκίων στις τράπεζες.

Ο Διοικητής της ΚΤΚ είπε ότι οριζόντια δημοσιονομικά μέτρα που απευθύνονται προς όλο τον πληθυσμό είναι πληθωριστικά και «δεν μας κάνουν καλό ως χώρα», ενώ «στοχευμένα δημοσιονομικά μέτρα στους ευάλωτους είναι κάτι στο οποίο και η ίδια η ΕΚΤ λέει ναι». Πρόσθεσε πως «οι χώρες που έχουν οριζόντια μέτρα κάνουν κακό στον εαυτό τους».

Ο κ. Ηροδότου είπε ότι στην Κύπρο ιστορικά το μεγαλύτερο μέρος των δανείων γίνεται με κυμαινόμενο επιτόκιο και πρόσθεσε ότι η ψαλίδα μεταξύ δανειστικών και καταθετικών επιτοκίων μειώθηκε από 168 μονάδες βάσης τον περασμένο Μάιο σε 131 μονάδες βάσης τέλος Ιουνίου.

«Οι τράπεζές μας κινούνται προς την κατεύθυνση της μείωσης» της ψαλίδας, πρόσθεσε.

Ανέφερε, ωστόσο, ότι η μείωση είναι η μικρότερη μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωζώνης και πρόσθεσε ότι δεν υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να μειώσουν περισσότερο την ψαλίδα «αλλά πρέπει να λάβουμε υπόψη τις ιδιαιτερότητες» της Κύπρου.

Ο κ. Ηροδότου συζήτησε χθες με τις τράπεζες για να επαναξιολογήσουν όχι μόνο τα επιτόκια αλλά και τις χρεώσεις για να βοηθήσουν τον κόσμο, ενώ την ίδια συζήτηση είχαμε και στις 21 περασμένου Μαρτίου και «είχαμε βελτίωση», όπως είπε.

Αναφορικά με τα κέρδη των τραπεζών, ο Διοικητής είπε ότι με εξαίρεση μία τράπεζα που της δόθηκε άδεια από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό, σε καμία άλλη τράπεζα δεν επιτρέπεται να δώσει μέρισμα, προσθέτοντας ότι «τα κέρδη τους τους αναγκάζουμε να τα βάζουμε ως provisions (προβλέψεις) έναντι των ΜΕΔ, γιατί ακόμη οι πλείστες μας τράπεζες έχουν τα ΜΕΔ του 2013 και υπάρχει ευρωπαϊκός κανονισμός για τα παλαιά ΜΕΔ να φθάσουν στο 100% provisions μέχρι το 2026».

Ανέφερε επίσης ότι «το Single Resolution Board επιβάλλει ειδικές κεφαλαιακές απαιτήσεις σε όλες τις τράπεζες της Ευρώπης το οποίο εν μέρει χρηματοδοτείται από αυτά τα κέρδη».

Ο Υπουργός Οικονομικών εξέφρασε την άποψη ότι οι συνεχείς αυξήσεις των επιτοκίων δεν έφεραν τα αναμενόμενα αποτελέσματα (υψηλός πληθωρισμός σε Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχία και Ρουμανία).

Αναφορικά με το τι θα γίνει με αυτό το θέμα, ο κ. Κεραυνός είπε ότι ήρθε σε επαφή εδώ και μήνες με τις τράπεζες και την ΚΤ και ζήτησε μέρος της αύξησης του κόστους από την αύξηση των επιτοκίων να απορροφηθεί από τις τράπεζες, ώστε να βρεθεί μια διέξοδος σε αυτό το θέμα.

«Πρόσφατα έστειλα νέα επιστολή στον Σύνδεσμο Τραπεζών και δεν με ικανοποιεί η απάντηση που έλαβα γιατί ανέμενα οι τράπεζες να κάνουν πιο δραστικές ενέργειες και μια πιο θετική αντίδραση σε αυτό το θέμα που ταλαιπωρεί την κοινωνία, τα νοικοκυριά και τους δανειολήπτες οικιστικών δανείων», πρόσθεσε.

Αναφορικά με τους οργανισμούς που είναι υπό τον έλεγχο της Κυβέρνησης, ο κ. Κεραυνός είπε ότι η ΚΕΔΙΠΕΣ έχει βάλει ανώτατο όριο χρέωσης 3,5% στα στεγαστικά δάνεια

Ερωτηθείς από τον Πρόεδρο της Επιτροπής αν συμφωνεί με την πολιτική της ΕΚΤ και κατά πόσον στους οργανισμούς που ελέγχει το κράτος έχουν προχωρήσει με μείωση των επιτοκίων, ο κ. Κεραυνός είπε ότι αυτό είναι το κλασικό εργαλείο των Κεντρικών Τραπεζών όταν υπάρχει αύξηση πληθωρισμού.

Σχολιάζοντας παρατήρηση μετά τη συνεδρία ότι η Πρωθυπουργός της Ιταλίας έδειξε το δρόμο, επιβάλλοντας 40% στα υπερκέρδη των τραπεζών που προκύπτουν από την αύξηση των επιτοκίων και να αγοράζουν οι δανειολήπτες το 15% του δανείου τους όσο το αγοράζουν οι εταιρίες εξαγοράς, ο ΥΠΟΚ ανέφερε ότι ο ενθουσιασμός της ιταλικής κυβέρνησης με μια φορολογία 40% νομίζει πως «έχει αποτραβηχθεί ήδη και έχει μείνει στο 0,1% σε κάποια άλλα μεγέθη γιατί αντέδρασε η ΕΚΤ και οι Οίκοι αξιολόγησης».

«Εξετάζουμε τι κάνει και η κάθε χώρα μέλος ξεχωριστά και εξετάζουμε και σφαιρικά όλα τα θέματα. Αυτό το οποίο θα κάνουμε πρέπει να είναι μελετημένο, προσεκτικό, επί της ουσίας, χωρίς να μπαίνει σε κίνδυνο η οικονομία μας και χωρίς βεβαίως και δεν επιθυμούμε με κανένα τρόπο να βάλουμε σε πρόσθετα προβλήματα και το τραπεζικό μας σύστημα που είναι το νευρικό σύστημα της οικονομίας», κατέληξε.

Εξάλλου, σε δηλώσεις μετά τη συνεδρία, ο Πρόεδρος της Επιτροπής, βουλευτής του ΔΗΣΥ, Κυριάκος Χατζηγιάννης είπε ότι «είναι με λύπη που παρατηρούμε να υπάρχει μια τεράστια κερδοφορία από πλευράς κράτους και τραπεζών και από την άλλη να έχουμε ένα βίωμα των πολιτών πολύ αρνητικό», προσθέτοντας ότι από τη μια οι τράπεζες λένε ότι προχωρούν σε επαναδιαπραγματεύσεις και από την άλλη οι πολίτες ότι δεν τα καταφέρνουν να κάνουν επαναδιαπραγματεύσεις των δανείων τους.

«Θα πρέπει ο Διοικητής της ΚΤ να ζητήσει από τις τράπεζες στοιχεία για να διασφαλίσουμε δικαιοσύνη», ανέφερε, και πρόσθεσε πως με βάση την κερδοφορία που πλησιάζει το 1 δισ. ευρώ και που ανακοίνωσαν οι τράπεζες το τελευταίο διάστημα, «1 δισ. ευρώ λαμβάνεται από τους δανειολήπτες και από το μηδενικό επιτόκιο που επιβάλλεται στις καταθέσεις».

Ανέφερε ότι «δεν μπορεί να είμαστε θεατές» και «πρέπει το ΥΠΟΙΚ να πάρει όλα τα στοιχεία από τις τράπεζες και να έρθει συμπληρωματικά στο πλαίσιο των δικών της οφελημάτων να στηρίξει δανειολήπτες»

Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ, Κώστας Κώστα, είπε ότι έχουν επιβληθεί συνολικά 9 αυξήσεις στα δανειστικά επιτόκια από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και αναμένονται δυστυχώς και άλλες και πρόσθεσε ότι «αυτό οδήγησε σε σημαντική αύξηση στις δόσεις που πληρώνει ο κόσμος, αύξηση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, έχουμε ένα τεράστιο πλήγμα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις».

«Παράλληλα, βλέπουμε υπερκέρδη των τραπεζών και κυρίως, όπως είχε τονίσει στην τελευταία συνεδρία της Επιτροπής για το θέμα αυτό ο τέως Χρηματοοικονομικός Επίτροπος, βλέπουμε ακόμα μεγαλύτερα κέρδη για τις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων», πρόσθεσε.

Είπε ακόμη ότι «οι Κύπριοι καταναλωτές έχουν βρεθεί ίσως στη χειρότερη θέση, αφού πληρώνουν το ακριβότερο ηλεκτρικό ρεύμα στην Ευρώπη και περίπου 300 εκ. ευρώ ετησίως για την εκπομπή ρύπων, λόγω της ανικανότητας της προηγούμενης κυβέρνησης να εισάξει έγκαιρα φυσικό αέριο για ηλεκτροπαραγωγή και να προωθήσει τις ΑΠΕ, πληρώνουν πανάκριβα καύσιμα λόγω της αισχροκέρδειας».

«Απαιτούνται άμεσες πρωτοβουλίες από την Κυβέρνηση και την Κεντρική Τράπεζα για να μπορέσουμε να στηρίξουμε και να ελαφρύνουμε τους δανειολήπτες», πρόσθεσε.  

«Σημειώνουμε παράλληλα, την πρόβλεψη του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας ότι αναμένονται μειώσεις των επιτοκίων σε 1 περίπου χρόνο», ανέφερε, και πρόσθεσε ότι «το θέμα είναι, πόσα νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις θα αντέξουν μέχρι τότε».

Ο κ. Κώστα είπε ότι «όποιος και να ευθύνεται, η ουσία είναι ότι για ακόμα μια φορά αυτή την κατάσταση την πληρώνει ο κόσμος, νοικοκυριά και επιχειρήσεις που έχουν ειλικρινά γονατίσει».

«Δεν έφτανε η ακρίβεια σε ηλεκτρικό ρεύμα, σε καύσιμα και σε βασικά είδη πρώτης ανάγκης, οι απαράδεκτες και συνεχιζόμενες αυξήσεις στα δανειστικά επιτόκια ήρθαν δυστυχώς ως η χαριστική βολή», κατέληξε. 

Ο βουλευτής της ΔΗΠΑ, Μιχάλης Γιακουμή, είπε ότι «μέχρι σήμερα η Βουλή των Αντιπροσώπων αλλά και οι πολίτες έβαλαν πλάτες για να διατηρηθεί το τραπεζικό σύστημα ζωντανό για να συνεχίσει να δουλεύει η οικονομία» και πρόσθεσε ότι «ήρθε η ώρα, με σεβασμό οι Τράπεζες να ανταποδώσουν κατά το ελάχιστον πίσω στον κόσμο αυτή τη στήριξη».

«Έχουμε συγχυστεί διότι οι θεσμοί του κράτους φαίνεται δεν είναι στην ίδια φιλοσοφία και γραμμή, λες και δεν είναι αναπόσπαστο μέρος της ίδιας συντεταγμένης κοινωνίας», πρόσθεσε.

Ανέφερε ότι «ο Υπουργός Οικονομικών είπε ότι έστειλε τρεις επιστολές και δεν είναι ευχαριστημένος από τη νοοτροπία της Κεντρικής και κυρίως των Τραπεζών και είναι ώρα να αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες που του αναλογούν».

«Ο δε Διοικητής της Κεντρικής είπε ότι τηρεί το γράμμα και το πνεύμα του νόμου για την Κεντρική και πράττει αυτά που ο νόμος λέει, λες και θέλει να κρύψει πιθανές αδυναμίες της Εποπτικής Αρχής πίσω από τη νομοθεσία», πρόσθεσε.

Ανέφερε ότι «είτε θα συντονιστούν οι θεσμοί και να λειτουργήσουν προδραστικά και όχι μόνο αντιδραστικά κατόπιν εξελίξεων και αυτό μόνο στα λόγια, σε ένα πλαίσιο προστασίας των πολιτών αλλά και λειτουργίας του ορθού ανταγωνισμού, είτε νομοθετικά εμείς πλέον – ως εκπρόσωποι του κόσμου που μας έχει εκλέξει εδώ, οφείλουμε να διαφοροποιήσουμε με νόμο πολιτικές προς όφελος του κόσμου».

Με απλά λόγια "σήμερα μιλάμε για καθαρή εκμετάλλευση της κατάστασης από τις Τράπεζες – που παρεμπιπτόντως ανακοινώνουν κέρδη 200 και εκατομμύρια το εξάμηνο και εμείς θέλουν να είμαστε απλοί θεατές και δεν μειώνουν ούτε τα δανειστικά επιτόκια, ούτε μειώνουν τις υπερχρεώσεις", επεσήμανε.

Η κοινοβουλευτική συνεργάτης ΕΔΕΚ, Έλενα Λυμπουρή, είπε ότι «εάν η πρόταση της ΕΔΕΚ για απορρόφηση ποσοστού της αύξησης των δανειστικών επιτοκίων από το τραπεζικό σύστημα γινόταν δεκτή από τον Δεκέμβριο του 2022 που είχε κατατεθεί, σήμερα δεν θα είχαμε χιλιάδες δανειολήπτες να έχουν περιέλθει σε δυσχερέστερη θέση επειδή έχουν δει τη δόση τους να εκτοξεύεται σε βαθμό που δυσκολεύονται να εκπληρώσουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις προς τις τράπεζες».

«Πρέπει τόσο η ΚΤΚ όσο και το τραπεζικό σύστημα να κατανοήσουν ότι η αδυναμία χιλιάδων δανειοληπτών να ανταπεξέλθουν στις απανωτές αυξήσεις των δανειστικών επιτοκίων θα αυξήσει τα ΜΕΔ με αλυσιδωτή συνέπεια την αύξηση των εκποιήσεων περιουσιών και την υπονόμευση της οικονομικής και κοινωνικής σταθερότητας του τόπου», κατέληξε.