Τηλεόραση Ραδιόφωνο

Μικρή αύξηση σημείωσε το ποσοστό της αποχής στις τελευταίες εκλογές, το οποίο άγγιξε το 34,3%. Σε σύνολο  557.589 εγγεγραμμένων ψηφοφόρων προσήλθε το 65,7% στην κάλπη. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό αποχής των τελευταίων είκοσι χρόνων.

Στις βουλευτικές εκλογές του 2016 η αποχή ανήλθε στο 33,2% ενώ ψήφισαν 362.542 εκλογείς, από τους 543.186 που ήσαν εγγεγραμμένοι στον εκλογικό κατάλογο. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι, το ποσοστό της αποχής στο 34.3% που καταγράφηκε είναι το δεύτερο υψηλότερο από το 1960 όπου διεξάγονται Βουλευτικές Εκλογές στην Κυπριακή Δημοκρατία. 

Μικρή αύξηση της αποχής στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές

Σε δηλώσεις του στο ant1.com.cy, ο Πολιτικός Αναλυτής, Χριστόφορος Χριστοφόρου, ανέφερε πως «η αποχή σημείωσε μικρή αύξηση, ακριβώς μιας μονάδας. Είναι ένα στοιχείο που μου προκάλεσε έκπληξη, επειδή παρέμεινε σχεδόν στάσιμη η αποχή, ενώ υπήρχαν παράγοντες που συμβάλλουν σημαντικά στην αύξηση, όπως η κρίση και η συνεχιζόμενη απαξίωση των πολιτικών και της πολιτικής».

Την ίδια ώρα, σημείωσε πως «τα αποτελέσματα υποδεικνύουν πως, τελικά, δεκάδες χιλιάδες ψηφοφόροι επένδυσαν τις προσδοκίες τους σε μικρά, πλείστα νέα κόμματα. Το 2016, η μεγάλη πλειοψηφία των πολυάριθμων ψηφοφόρων που εγκατέλειψαν ΑΚΕΛ, ΔΗΣΥ, ΕΔΕΚ και ΔΗΚΟ προτίμησαν την αποχή, ενώ αρκετοί επίσης έδωσαν ψήφο σε μικρότερα κόμματα. Τώρα, το 2021, πλείστοι μετακίνησαν την ψήφο τους σε νέα κόμματα, ενώ λίγοι ενίσχυσαν την ήδη ψηλή αποχή. Το 14% προς νέα κόμματα και την Αλληλεγγύη, είναι σαφής εξήγηση γιατί δεν αυξήθηκε σημαντικά η αποχή. Ευνοήθηκε η μετακίνηση της σε θετική ψήφος παρά αποχή».

Που οφείλεται η αποχή των τελευταίων χρόνων στην Κύπρο;

Ταυτόχρονα, εξήγησε πως η αποχή είναι σύνθετο φαινόμενο και συναρτάται με ποικίλους παράγοντες, οι οποίοι ωθούν τους πολίτες να προσέλθουν στις κάλπες ή να μείνουν σπίτι τους.

Σύμφωνα με τον κ. Χριστοφόρου, «η συμμετοχή σημείωσε το πιο ψηλό ποσοστό της το 1981 (96%). Οι εκλογές άρχισαν να έχουν νόημα τότε, επειδή τα κόμματα στηρίζονταν στο εξής στις δικές τους δυνάμεις».

«Μέχρι το 2001, το ποσοστό περιοριζόταν κάτω από 10%, τόσο στις προεδρικές όσο και στις βουλευτικές εκλογές. Οι βουλευτικές θεωρούνται από τους ψηφοφόρους δεύτερης τάξης αναμέτρηση, μετά τις προεδρικές, το αποτέλεσμα των οποίων καθορίζει ποιος θα κυβερνήσει. Αυτό αυξάνει ελαφρά την αποχή στις βουλευτικές, κατά μια  ή δυο μονάδες», είπε χαρακτηριστικά.

Ανάμεσα σε άλλους παράγοντες που ωθούσαν τον πολίτη να ψηφίσει ήταν η υποχρεωτική ψήφος, η προσήλωση σε ιδεολογίες και προσκόλληση σε κόμματα και οι προσδοκίες που καλλιεργούσαν.  Όπως τόνισε ο κ. Χριστοφόρου, «ο όραμα της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η δυνατότητα όπως υπόσχονταν οι πολιτικοί να βοηθήσει σε επίλυση του Κυριακού είχαν σημαντικό ρόλο για να ελκύσουν ψηφοφόρους στην κάλπη».

Ταυτόχρονα, υπογράμμισε «ότι οι πολίτες αλλάζουν, γίνονται πιο απαιτητικοί στις προσδοκίες τους από τα κόμματα, πιο κριτικοί, ενώ αναμένουν θέσεις σε επιμέρους θέματα που θεωρούν σημαντικά. Η κρίση επηρέασε την οικονομική κατάσταση οικογενειών και επιχειρήσεων, όπως επίσης άλλοι παράγοντες, όπως η αλλαγή στις σχέσεις κομμάτων ψηφοφόρων λόγω νέων μορφών πολιτικής επικοινωνίας. Ως επιστέγασμα, η διαφθορά είχε και αυτή το δικό της ρόλο στην αποξένωση πολύ μεγάλου μέρους των πολιτών από την πολιτική δράση και τις εκλογές».

Από 8,2% το 2001, αυξήθηκε σε 11% το 2006, διπλασιάστηκε σχεδόν το 2011, για να φτάσει σε 33,3% το 2016. Την ίδια ώρα, δεκάδες χιλιάδες δεν εγγράφονται στους εκλογικούς καταλόγους.

Τα πιο ψηλά ποσοστά παρατηρούνται ανάμεσα σε νέους ψηφοφόρους

Όπως τόνισε ο κ. Χριστοφόρου «οι έρευνες δείχνουν πως τα πιο ψηλά ποσοστά αποχής παρατηρούνται ανάμεσα σε νέους ψηφοφόρους, από 18 μέχρι 25 χρόνων. Μαζί με τους μεγάλους αριθμούς αυτών των ψηφοφόρων που αποφεύγουν να εγγραφούν στους εκλογικούς καταλόγους, αυτό το φαινόμενο παραπέμπει σε ένα συμπέρασμα: Η ένταξη του ατόμου στην κοινωνία και κατ' επέκταση στην πολιτική δράση ακολουθεί διαδικασία που γίνεται υπό προϋποθέσεις. Η απαξίωση της πολιτικής και των πολιτικών που επικρατεί στην κοινωνία, όπως επίσης οι διαδικασίες εγγραφής σε εκλογικούς καταλόγους δεν υποβοηθούν».

Σημειώνει το γεγονός πως η αποχή φαίνεται να σταθεροποιήθηκε λόγω ψήφου προς νέα κόμματα, παρά την μικρής διάρκειας παρουσίας τους στην κοινωνία, μας λέει πως αν αλλάξει η εικόνα και το περιεχόμενο του πολιτικού λόγου, υπάρχουν δυνατότητες να επανέλθουν πιο πολλοί ψηφοφόροι στις κάλπες.

Προσθέτει ότι, «οι αριθμοί δείχνουν σαφώς πως το ενδιαφέρον για την πολιτική και η συμμετοχή σε εκλογές μειώνονται σημαντικά, ήδη από το 2001. Η κακή εικόνα για την πολιτική, τους πολιτικούς και τα κόμματα, όπως και τους θεσμούς αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις και στο Ευρωβαρόμετρο. Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, η άποψη για τους πολιτικούς ηγέτες των κυριοτέρων κομμάτων ήταν σαρωτικά αρνητική, δυο και πλέον φορές πιο μεγάλη από τη θετική, κάτι που παραπέμπει σε πλήρη απουσία αξιοπιστίας προς πρόσωπα και θεσμούς και οι πολίτες αναμένουν πως οι πολιτικοί θα κάνουν ουσιαστικά βήματα για να αλλάξει η κατάσταση».

Πότε σημειώθηκε η μεγαλύτερη αποχή στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας;

Η πιο ψηλή αποχή σημειώθηκε το 1960, στις πρώτες εκλογές της ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας. Ποσοστό 35,8% δεν πήγαν στις κάλπες, κυρίως εξαιτίας ενός προφανούς λόγου.

Έξι μήνες και πλέον πριν τις εκλογές, το Πατριωτικό Μέτωπο και το ΑΚΕΛ μοιράστηκαν με συμφωνία τις έδρες (30+5), με διακανονισμό από τον Μακάριο. Έγινε μεγάλη προσπάθεια να τηρηθεί η συμφωνία χωρίς να γίνουν εκλογές, με άσκηση μεγάλων πιέσεων σε τρίτους που ήθελαν να είναι υποψήφιοι.

Τελικά, οι πιέσεις είχαν αποτέλεσμα μόνο για την Πάφο και έγιναν εκλογές σε πέντε περιφέρειες. Επειδή, όμως, το αποτέλεσμα είχε προκαθοριστεί, πάνω από ένα τρίτο των εκλογέων δεν ψήφισαν. Επομένως,το ποσοστό αποχής του 2021 είναι το δεύτερο ψηλότερο, μετά το 1960.

Ήταν τελικά η αποχή ο μεγάλος «νικητής» των εκλογών;

Κλισέ χαρακτήρισε τη φράση «ότι ο μεγάλος νικητής των εκλογών ήταν αποχή», η οποία χρησιμοποείται λόγω του αριθμητικού μεγέθους. Ωστόσο όπως εξήγησε,  από τη στιγμή που ουδεμία πολιτική δύναμη πήρε μεγαλύτερο ποσοστό, νικήτρια είναι η αποχή

«Στην ουσία, ουδέποτε μπορούμε να θεωρήσουμε την αποχή “νικητή των εκλογών”. Η αποχή ουδέποτε νικά. Μπορούμε, όμως να πούμε πως η μεγάλη αποχή είναι ήττα για το σύστημα της χώρας και τους θεσμούς. Η αδυναμία, κυρίως των μεγαλύτερων κομμάτων να διαμορφώσουν ένα όραμα για τον τόπο και να επεξεργαστούν πρόγραμμα για υλοποίηση του δημιουργεί το μεγάλο ποσοστό αποχής. Όπως ήδη ανέφερα, η μετακίνηση δεκάδων χιλιάδων ψηφοφόρων προς μικρά, κυρίως νέα κόμματα, περιέχει ένα μήνυμα των ψηφοφόρων προς τις πολιτικές δυνάμεις: Δώστε μας προγράμματα και παραθέστε μέτρα και τρόπους να τα υλοποιήσετε, δώστε νόημα στην πολιτική επικοινωνία και είμαστε έτοιμοι να επανέλθουμε στις κάλπες. Απλό και σαφές το μήνυμα», τόνισε καταλήγοντας ο πολιτικός αναλυτής, Χριστόφορος Χριστοφόρου.