Τηλεόραση Ραδιόφωνο
Η κορύφωση του πολέμου στην Ουκρανία βρίσκει αντίκτυπο στον διεθνή Τύπο. Ο δυτικός Τύπος προβληματίζεται για τις επόμενες κινήσεις της Μόσχας στην Ουκρανία και την μελλοντική αντιμετώπιση της Μόσχας από την Δύση. Οι κινήσεις της Μόσχας προβληματίζουν και τους συμμάχους της Δύσης στην Ασία, οι οποίοι προσεγγίζουν τα νέα δεδομένα στο διεθνές σκηνικό από την δική τους ιδιαίτερη οπτική γωνία. Ο δε, κινέζικος και ινδικός Τύπος, με τα δημοσιεύματα του ρίχνει φως στην επιφυλακτική και ουδέτερη στάση που επιχειρούν να επιστρατεύσουν Πεκίνο και Νέο Δελχί στην ουκρανική Κρίση.

 

Κορυφώνεται ο προβληματισμός του δυτικού Τύπου

 

Την ώρα που ο πόλεμος στην Ουκρανία εισέρχεται σε μια νέα φάση, ο δυτικός Τύπος εστιάζει στα πιθανά σενάρια που αφορούν το τέλος της ρωσικής επιθετικότητας. Σκληραίνοντας την στάση τους απέναντι στην Μόσχα, τα δυτικά ΜΜΕ εστιάζουν στα σενάρια που αφορούν το τέλος της ρωσικής επιθετικότητας καθώς και στις μελλοντικές σχέσεις της Δύσης με την Ρωσία.

 

«Πίστευε ο Πούτιν ότι πριν από τις 24 Φεβρουαρίου δεν ήταν σε θέση να προχωρήσει στην εισβολή (στην Ουκρανία); Όχι. Η Δύση διένυσε 22 χρόνια κατευνάζοντας τον Πούτιν. Η καταστροφή της Ουκρανίας είναι ο καρπός αυτής της προσπάθειας», γράφει ο Bret Stephens σε άρθρο γνώμης με τίτλο «Έτσι αρχίζει ο Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος», το οποίο δημοσιεύτηκε στις 15 Μαρτίου, στην αμερικανική εφημερίδα «New York Times». Ο αρθρογράφος παρομοιάζοντας την σύγχρονη διεθνής συγκυρία με αυτήν της περιόδου της έναρξης του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, προειδοποιεί για το ενδεχόμενο της κορύφωσης της έντασης: «Σε περίπτωση που (ο Πούτιν) χρησιμοποιήσει χημικά όπλα ή αναπτύξει πυρηνικό όπλο στο πεδίο της μάχης, θα έχει να χάσει περισσότερα από όσα ενδεχομένως θα κέρδιζε; Η απάντηση του ερωτήματος είναι αυτονόητη: Θα επικρατήσει γρήγορα. Τρομοκρατεί τη Δύση. Εδραιώνει την εξουσία του. Πώς (λοιπόν) ξεκινάει ο επόμενος παγκόσμιος πόλεμος; Με τον ίδιο τρόπο που το ξεκίνησε ο προηγούμενος».

 

Προειδοποιητικό χαρακτήρα φέρει και το άρθρο του Roger Boyes με τίτλο «Οι ισχυροί σκοντάφτουν στη λήθη», που δημοσιεύτηκε στις 15 Μαρτίου στην «Times» του Λονδίνου. Ο αρθρογράφος προσεγγίζει την πιθανή έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία από μια διαφορετική σκοπιά, το μέλλον που αναμένει τους πολιτικούς ηγέτης με αυταρχικές διαθέσεις. «Ο Πούτιν παραπαίει τώρα και ήρθε η ώρα να αναγνωρίσουμε ότι η εποχή του ισχυρού άνδρα φτάνει στο τέλος της. Όταν ο Πούτιν φύγει, όταν τελειώσει ο αιματηρός πόλεμός του, οι μαθητευόμενοι του σε όλο τον κόσμο θα πρέπει να ελέγξουν ότι τα γιοτ τους βρίσκονται σε ασφαλή λιμάνια», επισημαίνει ο κ. Boyes, ο οποίος προσθέτει τα εξής: «Αυτοί είναι η περίοδος που οι ισχυροί άνδρες κατανοούν ότι ο χρόνος τους τελειώνει. Η Ουκρανία πρέπει να θεωρηθεί ως η τελευταία τρελή πράξη ενός δικτάτορα. Και σε κάθε ήπειρο οι κοινωνίες θα πρέπει να προσεγγίσουν πιο προσεκτικά τους δικούς τους μικρούς Πούτιν».

 

Ο γαλλικός Τύπος προβληματίζεται για τον τρόπο που στην νέα περίοδο η Γαλλία και η Ευρωπαϊκή Ένωση καλούνται να χειριστούν τις σχέσεις της με την Ρωσία. Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο γνώμης της Isabelle Lasserre, με τίτλο «Ο Εμμανουέλ Μακρόν του ρωσικού ονείρου στην πραγματικότητα του Πούτιν». Το άρθρο που δημοσιεύτηκε στις 15 Μαρτίου στην γαλλική εφημερίδα «Le Figaro» από την μια ασκεί κριτική στον Γάλλο Πρόεδρο για τις ψευδαισθήσεις που έφερε την προηγούμενη περίοδο σχετικά με την προοπτική της βελτίωσης του διαλόγου με την Ρωσία. Από την άλλη, εστιάζει στον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να διαχειριστεί το Παρίσι το ζήτημα της Ουκρανίας. Σύμφωνα με την Γαλλίδα αρθρογράφο, το προηγούμενο διάστημα, ο Εμμανουέλ Μακρόν επιθυμούσε να «συνδέσει την Ρωσία με την Δύση επειδή ήταν πεπεισμένος ότι η Ρωσία είναι στην πραγματικότητα μια ευρωπαϊκή χώρα». Ο κ. Μακρόν, παρασυρόμενος πίσω από αυτόν τον στόχο, υπερεκτίμησε τις δυνατότητες της κυβέρνησης του. Ο κ. Μακρόν κατανόησε την ψευδαίσθηση του μόνο την ύστατη στιγμή της κρίσης στην Ουκρανία και τότε σκλήρυνε την στάση του απέναντι στην Ρωσία, διατηρώντας ωστόσο ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με το Κρεμλίνο και με την υποστήριξη του Βερολίνου.  Για την κ. Lasserre, στην νέα περίοδο, σε περίπτωση που ο κ. Μακρόν επανεκλεγεί στην προεδρία της χώρας του, θα πρέπει να αλλάξουν πολλά στην γαλλική εξωτερική πολιτική. Για την πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση της Ρωσίας και άλλων φλεγόντων ζητημάτων ο κ. Μακρόν καλείται να εμπλέξει με πιο ενεργό τρόπο το γαλλικό κοινοβούλιο στην διαχείριση των θεμάτων της εξωτερικής πολιτικής και να δημιουργήσει μια ισχυρή ηγεσία στο γαλλικό Υπουργείο Εξωτερικών.

 

Η αγγλική υπηρεσία της «Deutsche Welle», εστιάζει, για λογαριασμό της Δύσης και του ΝΑΤΟ, στο εγχείρημα της στρατιωτικής διαχείρισης της νέας ρωσικής επιθετικότητας. «Κανείς δεν γνωρίζει πόσο κοντά μπορεί να βρίσκεται το Κρεμλίνο στη χρήση χημικών ή πυρηνικών όπλων» προειδοποιεί ο Teri Schultz σε ανάλυση που δημοσιεύτηκε στις 15 Μαρτίου με τίτλο «Τι θα σήμαιναν τα ρωσικά όπλα μαζικής καταστροφής για τις κόκκινες γραμμές του ΝΑΤΟ;». Ο αναλυτής αναζητώντας απάντηση σε αυτό το κρίσιμο ερώτημα, προσφεύγει στην άποψη διάφορων μελετητών. Ο Ian Bond, διευθυντής εξωτερικής πολιτικής στο «Κέντρο Ευρωπαϊκών Μεταρρυθμίσεων» προβάλλει την άποψη ότι  σε περίπτωση που το ΝΑΤΟ δεχθεί επίθεση «με όπλα μαζικής καταστροφής (ΟΜΚ), μπορεί να απαντήσει με τα δικά του όπλα μαζικής καταστροφής, τα πυρηνικά». Η Veronika Vichova, υποδιευθύντρια του «Ευρωπαϊκού Κέντρου Αξιών για την Πολιτική Ασφαλείας» με έδρα την Πράγα, πιστεύει ότι το ΝΑΤΟ πρέπει «να αναγνωρίσει ότι είναι πιθανό να υπάρξει επίθεση με ΟΜΚ όχι μόνο στην Ουκρανία, αλλά και σε έναν σύμμαχο».

 

Τα δυο στρατόπεδα της Ασίας

 

Ο κινέζικος Τύπος, ακολουθώντας την διπλωματική γραμμή του Πεκίνου, εκπέμπει το μήνυμα ότι οι εχθροπραξίες στην Ουκρανία θα πρέπει να τερματιστούν μια ώρα αρχύτερα με διπλωματική διαμεσολάβηση, η οποία θα λάβει υπόψη της τις ευαισθησίες και προβληματισμούς όλων των πλευρών, τόσο της Ουκρανίας και των συμμάχων της όσο και της Ρωσίας. «Η σύγκρουση έχει ήδη στοιχίσει τη ζωή εκατοντάδων ανθρώπων, έχει τραυματίσει χιλιάδες άλλους και έχει αναγκάσει περισσότερους από 2,5 εκατομμύρια Ουκρανούς να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, με αποτέλεσμα την πιο καταστροφική ανθρωπιστική κρίση στην Ευρώπη από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι επιτακτική ανάγκη να τερματιστεί το συντομότερο δυνατόν», τονίζει η «China Daily», σε κύριο άρθρο που δημοσιεύτηκε στις 14 Μαρτίου με τίτλο «Πρέπει να υποστηριχθούν οι συνομιλίες για τον τερματισμό των συγκρούσεων». Ασκώντας κριτική στις ΗΠΑ και στην Μεγάλη Βρετανία με το σκεπτικό ότι με τις τελευταίες κινήσεις τους δεν συμβάλλουν στην προσπάθεια διπλωματικής επίλυσης του προβλήματος, η εφημερίδα τονίζει τα εξής: «Είναι πάγια θέση της Κίνας ότι οι κυρώσεις αποτελούν πάντα μέρος του προβλήματος και όχι μέρος της λύσης. (Το Πεκίνο) Θα συνεχίσει να συνομιλεί με διάφορες πλευρές για να προσπαθήσει να αποκλιμακώσει την κατάσταση και να κρατήσει ανοιχτό το παράθυρο για συνομιλίες».

 

Διαφοροποιημένη σε σχέση με την στάση της Ευρώπης, είναι και η θέση της Ινδίας στην κρίση της Ουκρανίας. Η αγγλόφωνη εφημερίδα «The Hindu», σε θέμα με τίτλο «Bharat Natyam» στην ινδική διπλωματία» που ήταν δημοσιευμένο στις 16 Μαρτίου, θέτει υπό το μικροσκόπιο της την ουδέτερη διπλωματική στάση που επιχειρεί να τηρήσει η Ινδία στην ουκρανική Κρίση. Με αναφορά στην πρόσφατη ψηφοφορία στον ΟΗΕ για την καταδίκη της ρωσικής επιθετικότητας, ο πρώην Ινδός διπλωμάτης Rakesh Sood τονίζει τα εξής: «Η ινδική κυβέρνηση επέλεξε την αποχή, βάσει αξιολόγησης των βασικών συμφερόντων της. Η αποχή μας οδηγεί σε μια γκρίζα ζώνη. Μπορεί είτε να θεωρηθεί σημάδι αδυναμίας είτε να δημιουργήσει χώρο για διπλωματικούς ελιγμούς. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, η Δύση θα πρέπει να αισθάνεται ικανοποιημένη από το γεγονός ότι η Ινδία απείχε, διότι ίσως ανέμενε από την Ινδία να αντιταχθεί στα σχέδια προτάσεων της Δύσης δεδομένων των παραδοσιακών δεσμών του Νέου Δελχί με τη Ρωσία, ενώ η Ρωσία θα πρέπει επίσης να αισθάνεται ικανοποιημένη με την αποχή της Ινδίας, διότι ίσως περίμενε από το Νέο Δελχί να ενδώσει στη δυτική πειθώ».

 

Μπορεί ο κινέζικος και ινδικός Τύπος να υποστηρίζουν την «ουδετερότητα» των χωρών τους στην ουκρανική Κρίση, ωστόσο το ίδιο δεν ισχύει για την περίπτωση του Τύπου των χωρών της Ασίας που διατηρούν στενές σχέσεις με την Δύση. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της γιαπωνέζικης εφημερίδας «Asahi», η οποία εστιάζει στην ουκρανική Κρίση με κύριο άρθρο που φέρει τον τίτλο «Η Ιαπωνία πρέπει να δημιουργήσει δεσμούς με άλλα έθνη για να υπερασπιστεί το κράτους δικαίου» που δημοσιεύτηκε στις 14 Μαρτίου. «Η πρόσφατη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έφερε τον κόσμο αντιμέτωπο με το αίνιγμα της διατήρησης της ειρήνης και της ασφάλειας εν μέσω παγκόσμιας αστάθειας. Το πρόβλημα έχει σοβαρές επιπτώσεις για την Ασία, με τα πολλά σημεία ανάφλεξης που περιλαμβάνουν το Στενό του Ταϊβάν, τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας και το Κασμίρ. Συνεπώς, η διπλωματία της Ιαπωνίας, η οποία υποστηρίζει εδώ και πολύ καιρό τις οικουμενικές αξίες, συμπεριλαμβανομένου του κράτους δικαίου, αντιμετωπίζει μια σοβαρή δοκιμασία» αναφέρει το δημοσίευμα, το οποίο καταλήγει το εξής συμπέρασμα: «Μαζί με την Κίνα και την Ινδία, ορισμένα άλλα έθνη της Ασίας και του Ειρηνικού, συμπεριλαμβανομένου του Πακιστάν και του Βιετνάμ, απείχαν από την πρόσφατη ψηφοφορία στον ΟΗΕ. Αυτό δείχνει ότι οι η θέση αυτών των χωρών είναι ευάλωτη. Το Τόκιο θα πρέπει να πείσει το Πεκίνο και τις άλλες χώρες ότι η σταθερότητα της Ασίας, κινητήρια δύναμη της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης, εξυπηρετεί τα συμφέροντα της διεθνούς κοινότητας».