Η ολοκλήρωση του δράματος της σύγχρονης κυπριακής ιστορίας έμελλε να γραφτεί σαν σήμερα πριν 49 ολόκληρα χρόνια. Με τη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής, τα άνομα τουρκικά σχέδια λαμβάνουν την τελική τους μορφή, με το πένθος να σκεπάζει μέχρι και σήμερα ολόκληρο το νησί.
Μόνο ως τραγική ειρωνεία μπορεί να χαρακτηριστεί εξάλλου το γεγονός πως στις 15 Αυγούστου η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει την Κοίμηση της Θεοτόκου, τις ίδιες μέρες του 1974, η Κύπρος θα θρηνούσε την κοίμηση της δικής της ελευθερίας.
Η ανακωχή που συμφωνήθηκε μετά την πρώτη φάση της εισβολής στις 20 Ιουλίου, για να δοθεί η ευκαιρία στη διπλωματία να αναχαιτίσει την τουρκική προέλαση, δεν στάθηκε ικανή να αποτρέψει τα χειρότερα που θα βίωνε η Κύπρος λιγότερο από ένα μήνα αργότερα. Το δράμα δεν είχε λάβει τέλος τον Ιούλιο.
Η αρχή ενός προδιαγεγραμμένου τέλους
Οι υπουργοί Εξωτερικών των τριών εγγυητριών δυνάμεων (Τζέιμς Κάλλαχαν, ο Γεώργιος Μαύρος και ο Τουράν Γκιουνές) συναντήθηκαν στη Γενεύη στις 25 Ιουλίου όπου και συμφώνησαν τη διεξαγωγή συνομιλιών παρουσία και αντιπροσώπων των δύο κοινοτήτων στη Γενεύη. Στόχος τότε να διαφανεί η προοπτική διπλωματικής λύσης μετά τη συμφωνηθείσα ανακωχή που ακολούθησε την πρώτη φάση της εισβολής στις 20 Ιουλίου 1974
Η επονομαζόμενη και ως «Δεύτερη Διάσκεψη της Γενεύης» ξεκίνησε τελικά στις 8 Αυγούστου. Τους υπουργούς Εξωτερικών των τριών χωρών, πλαισιώνουν πλέον οι Γλαυκός Κληρίδης ως προεδρεύων της Κυπριακής Δημοκρατίας, και Ραούφ Ντενκτάς ως εκπρόσωπος της τουρκοκυπριακής κοινότητας.
Αυτό που διαφάνηκε στο συγκεκριμένο διάστημα των συζητήσεων, ήταν πως οι πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας ήταν να οδηγηθούν οι συνομιλίες σε ένα οριστικό τέλμα, κάτι που θα χρησιμοποιείτο ως το τέλειο άλλοθι για επανέναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Ένα μόλις 24ωρο πριν την επανέναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων, το απόγευμα της 13ης Αυγούστου συνήλθε η τελευταία χρονικά συνάντηση όλων των μερών. Η ώρα είχε φτάσει αισίως 02:25 πρωινή της 14ης Αυγούστου.
Σε τηλεφωνική επικοινωνία του τότε πρωθυπουργού της Τουρκίας Μπουλέντ Ετσεβίτ με τον υπουργό Εξωτερικών Τουράν Γκιουνές μεταφέρεται το αλησμόνητο «Η Αϊσέ μπορεί να πάει διακοπές». Είναι η φράση που συμφώνησαν να χρησιμοποιήσουν για την περίπτωση που παρακολουθούνταν οι τηλεφωνικές συνομιλίες, και θα ήταν το συνθηματικό πως όλα είναι έτοιμα προκειμένου να αρχίσει η εισβολή.
Μόλις 1 ώρα και 5 λεπτά αργότερα, συγκεκριμένα στις 04:35 τα ξημερώματα τουρκικές δυνάμεις εξαπολύουν σφοδρή επίθεση σε όλα τα μέτωπα της Κύπρου.
Κατά την επιστροφή του από τη Γενεύη, ο Τουράν Γκιουνές έτυχε υποδοχής στο αεροδρόμιο από τον Πρωθυπουργό Ετσεβίτ, και την οικογένεια του. Τελευταία δεξιά στη φωτογραφία, η κόρη του Αϊσέ, το όνομα της οποία αποτέλεσε το συνθηματικό για την έναρξη της δεύτερης φάσης της εισβολής.
«Αττίλας ΙΙ»
Άρματα μάχης και ισχυρές μονάδες πεζικού κινούνται ανατολικά προς την κατεύθυνση της Αμμοχώστου και δυτικά προς τον τουρκοκυπριακό θύλακα της Λεύκας και την κωμόπολη Μόρφου. Οι μάχες μαίνονταν όλη την ημέρα, ιδιαίτερα στα βόρεια της Λευκωσίας και το αεροδρόμιο της.
Βαθιά χαραγμένες στη μνήμη παραμένουν μέχρι και σήμερα, η κατάληψη της Αμμοχώστου και η μάχη της ΕΛΔΥΚ, που κατάφερε να αποτρέψει την κατάληψη του Αεροδρομίου Λευκωσίας από τους Τούρκους. Μέχρι το απόγευμα της 16ης Αυγούστου, οι Τούρκοι κατέλαβαν το 37% του κυπριακού εδάφους.
Ολόκληρο το τμήμα που αξίωναν μέσω του σχεδίου Ντενκτάς και επιπλέον την Αμμόχωστο. Μέσα σε λιγότερο από τρεις ημέρες ολοκλήρωσαν την κατάληψη της οροσειράς του Πενταδακτύλου. Κατέλαβαν επίσης την πεδιάδα της Μεσαορίας, την Αμμόχωστο, τη Μόρφου και την Καρπασία.
Η τουρκική εισβολή άφησε πίσω της σχεδόν 4.500-6.000 νεκρούς και τραυματίες (στρατιωτικό προσωπικό και άμαχοι), γύρω στους 200.000 πρόσφυγες και 1.619 αγνοουμένους.
Η Πόλις Εάλω
Η κατάληψη της Αμμοχώστου αποτελεί μια από τις πλέον «μαύρες» σελίδες του κυπριακού δράματος. Μια σειρά παραγόντων και αδράνειας οδήγησαν στην απώλεια της Βασιλεύουσας.
Χαράματα 14ης Αυγούστου και οι Τούρκοι εξαπολύουν βομβαρδισμούς εναντίον της πόλης. Οι κάτοικοί της με τους πρώτους βομβαρδισμούς την εγκαταλείπουν. Το πώς αφέθηκε στη συνέχεια η πόλη του Ευαγόρα να καταληφθεί αμαχητί είναι ένα θέμα για το οποίο τέσσερις δεκαετίες μετά δεν έχει απαντηθεί πειστικά.
Ένας αριθμός εθνοφρουρών παρέμεινε πιστό στις επάλξεις να φυλάει Θερμοπύλες. Με περιορισμένο αριθμό πυρομαχικών, χωρίς ενίσχυση και χωρίς καθοδήγηση. Ταμπουρωμένοι σε δύο-τρία σημεία (μεταξύ των οποίων και το νοσοκομείο της πόλης) κράτησαν με όσα πυρομαχικά και ψυχικές δυνάμεις είχαν. Μια μάχη άνιση όπου στις 16 Αυγούστου του 1974 ο τουρκικός στρατός βρέθηκε στην πόλη της Αμμοχώστου.
Η πόλη αφού λεηλατήθηκε αποκλείστηκε από τα τουρκικά στρατεύματα και σε κανέναν δεν επιτρεπόταν η είσοδος. Η Αμμόχωστος σιγά-σιγά μετετράπη σε «πόλη φάντασμα», φράση που χρησιμοποίησε σε τίτλο ρεπορτάζ ένας Σουηδός δημοσιογράφος ο οποίος την επισκέφθηκε το 1977, τρία χρόνια μετά την εισβολή.
Η Αμμοχωστιανή Κυρά της Ρω
Το ΒΒC μετά την επέλαση των τουρκικών στρατευμάτων σπεύδει στην Αμμόχωστο όπου βρίσκει σε ένα σπίτι μια γυναίκα να κάθεται μόνη στη αυλή της. Η γυναίκα αυτή είναι η Μιμή Νικολαΐδου. Για 13 μέρες η ηλικιωμένη γυναίκα παρέμεινε μονάχη της στο σπίτι της, αρνούμενη μέχρι εκείνη τη στιγμή να εγκαταλείψει. Δεν μπορούσε να πιστέψει πως η μοίρα θα επέβαλλε στην ίδια και τους συμπολίτες της να αποχωριστούν επ’ αορίστου χρόνου τα χώματα τους.
Το σχετικό ρεπορτάζ το οποίο εντοπίζεται στη σελίδα του Τάσου Δημητριάδη, κυανόκρανοι προσπαθούν να πείσουν τη σύγχρονη Κυρά της Ρω, να αποχωρήσει από το σπίτι της.
Με τον τρόπο αυτό γράφτηκε ο τραγικός επίλογος για το δράμα που βιώνει η πόλη της Αμμοχώστου.
Η Μάχη της ΕΛΔΥΚ
Στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ διεξήχθη μία από τις πιο άνισες, αλλά ηρωικές μάχες που διήρκησε τρεις ημέρες. Επί 60 ώρες οι 318 ελλαδίτες υποστηρικτές του στρατοπέδου, με επικεφαλής τον υποδιοικητή της μονάδας Aντισυνταγματάρχη (ΠΖ) Παναγιώτη Σταυρουλόπουλο, αντιμετώπιζαν 6.900 Τούρκους εισβολείς. Η αναλογία των αριθμών είναι εμφατική, 22 προς 1. Πολλοί μάλιστα παρομοιάζουν τη συγκεκριμένη μάχη με αυτή των Θερμοπυλών.
Η μάχη της ΕΛΔΥΚ αναφέρεται στο Μουσείο Ιστορίας του Λονδίνου, ως μία από τις πιο άνισες μάχες που δόθηκαν ποτέ.
Ο επικεφαλής των δυνάμεων της ΕΛΔΥΚ κατά τη 2η φάση της εισβολής, Aντισυνταγματάρχης τότε (ΠΖ) Παναγιώτης Σταυρουλόπουλος παραλαμβάνει τιμές από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη.
Τις παραμονές του «ΑΤΤΙΛΑ ΙΙ», το μεγαλύτερο μέρος της ΕΛΔΥΚ βρέθηκε σε χώρους διασποράς, νότια του στρατοπέδου και πολύ κοντά σε αυτό. Στις 13 Αυγούστου συμπτύχθηκε προς τη Λακατάμια. Στο στρατόπεδο παρέμειναν τρεις μόνο λόχοι. Η πρώτη τουρκική επίθεση εκδηλώθηκε στις 14 Αυγούστου, αργά το πρωί, αφού προηγήθηκε προσβολή του στρατοπέδου από την αεροπορία και το πυροβολικό.
Παρά την εμφανή ανισορροπία σε προσωπικό και πολεμικό υλικό, οι δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ προέβαλαν ισχυρή αντίσταση και κατάφερναν να αποκρούουν τις τουρκικές επιθέσεις.
Σε αυτήν τη μάχη η ΕΛΔΥΚ έχασε πάνω από το 1/3 της δυνάμεως των υπερασπιστών του στρατοπέδου της, κέρδισε όμως επάξια μια θέση στο πάνθεον της ιστορίας.
Η μάχη της ΕΛΔΥΚ μέσα από την εξιστόρηση του επικεφαλής των Δυνάμεων, Παναγιώτη Σταυρουλόπουλου.