Η ιστορική αλήθεια κανονικά δεν θα έπρεπε να προστατεύεται με νόμους. Η ιστορική αλήθεια κανονικά θα έπρεπε να είναι φάρος και να διδάσκει.
Νηφάλια θα έπρεπε να αντλούμε διδάγματα, να αναλύουμε λάθη και παραλείψεις, αντικειμενικά και χωρίς παρωπίδες, μακριά από εθνικιστικές εξάρσεις και σοβινιστικούς αλαλαγμούς. Ποσώ δε όταν πρόκειται για γεγονότα που καθόρισαν την ιστορία και οι συνέπειες τους είναι κάτι περισσότερο ορατές, όπως για παράδειγμα τα τραγικά γεγονότα του καλοκαιριού του 1974, το προδοτικό πραξικόπημα και η βάρβαρη τουρκική εισβολή.
Τώρα καταλάβατε γιατί η ψήφος είναι πιο δυνατή από μια σφαίρα;
Δυστυχώς το τελευταίο διάστημα γίναμε μάρτυρες υπερφίαλων αναλύσεων και συμπεριφορών. Που χαρακτήριζαν την εισβολή ως επέμβαση, την Προσφυγιά ως ανταλλαγή πληθυσμών και άλλες ανιστόρητες φαιδρότητες. Αλλά και της αλλοπρόσαλλης, ανεξήγητης και στα όρια της πολιτικής «σχιζοφρένειας» συμπεριφοράς του Κυπρίου ευρωβουλευτή που έκρινε σκόπιμο να επισκεφθεί τον Τατάρ στο «προεδρικό του κονάκι» για να κάνουν ένα χαλαρό podcast.
Ταπεινά θεωρώ ότι στη σφαίρα της δημόσιας συζήτησης θα πρέπει να τεθεί και να εξεταστεί το ενδεχόμενο ψήφισης νόμου που θα ποινικοποιεί την άρνηση της τουρκικής εισβολής. Και για να μην υπάρξουν παρερμηνείες και του Πραξικοπήματος. Όπως πολλές χώρες αναγκάστηκαν να πράξουν για τους αρνητές του Ολοκαυτώματος.
Έδωσε βήμα στον Τατάρ… αλλά δεν παρέστη στην κατάθεση της Μάντολες ο Φειδίας
Σίγουρα θα ειπωθεί ότι αυτό τίθεται απέναντι στην ελευθερία του λόγου και της έκφρασης. Μπορεί κάποιος να αντιτάξει ότι καλύτερη απάντηση είναι η διάδοση της ιστορικής αλήθειας και όχι λύσεις που μπορούν να χαρακτηριστούν και ως ακραίες. Σίγουρα αυτό ισχύει.
Σε μια κοινωνία όμως με πνευματικό υπόβαθρο, χωρίς εξαλλοσύνες, αφορισμούς και φανατισμούς. Ως εκ τούτου και ακολουθώντας το δικό της παράδειγμα του 2015 όταν και ψήφισε την ποινικοποίηση της άρνησης των γενοκτονιών, η κυπριακή Βουλή ίσως θα πρέπει να ανοίξει και την σχετική συζήτηση για την εισβολή και το πραξικόπημα και να ψηφίσει ένα νέο νόμο που θα αφορά αυτά τα δύο γεγονότα.
Γιατί δυστυχώς πλέον ακόμη και τα αυτονόητα σε τούτο το τόπο, τίθενται εν αμφιβόλω και οι λέξεις χάνουν την σημασία του.
Υ.Γ. Η καλύτερη δε απάντηση, για την περιβόητη κυπριακή εκπροσώπηση στην Μπιενάλε την έδωσε ο σπουδαιότερος Κύπριος εν ζωή. Ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης στο άρθρο του «Μιλάτε ελληνοκυπριακά;».