Τηλεόραση Ραδιόφωνο

Ο Μιχαλάκης Καραολής και ο Ανδρέας Δημητρίου υπήρξαν οι πρώτοι αγωνιστές του Κυπριακού Αγώνα που καταδικάσθηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν από τους Άγγλους δυνάστες. Η εκτέλεσή τους προκάλεσε διεθνείς ανΤιδράσεις.

Ο Μιχαλάκης Καραολής γεννήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 1933 στο Παλαιοχώρι Πιτσιλιάς και ήταν το τέταρτο παιδί του Σάββα και της Παναγιώτας Καραολή. Αποφοίτησε από την Αγγλική Σχολή Λευκωσίας και διορίστηκε δημόσιος υπάλληλος. Παράλληλα, ασχολήθηκε με τον στίβο ως αθλητής του ΑΠΟΕΛ. Εντάχθηκε από τους πρώτους στην ΕΟΚΑ και πήρε μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα με την ομάδα του Πολύκαρπου Γεωρκάτζη.

Στις 28 Αυγούστου 1955, μαζί με τον συναγωνιστή του Ανδρέα Παναγιώτου σκότωσαν τον αστυνομικό Ηρόδοτο Πουλλή για συνεργασία με τους Άγγλους, την ώρα που αυτός παρακολουθούσε μια συγκέντρωση του ΑΚΕΛ. Ο Παναγιώτου διέφυγε, ενώ ο Καραολής συνελήφθη σε ενέδρα από τις αγγλικές δυνάμεις και φυλακίστηκε στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας. Στις 28 Οκτωβρίου καταδικάσθηκε σε θάνατο, παρότι η σφαίρα που σκότωσε τον Ελληνοκύπριο αστυνομικό προερχόταν από το όπλο του Παναγιώτου. Οι Άγγλοι δεν του συγχώρησαν ότι κατά τη διάρκεια της ανάκρισης δεν είχε αποκαλύψει τους συναγωνιστές του.

Ο Ανδρέας Δημητρίου γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1934 στον Άγιο Μάμα Λεμεσού και καταγόταν από πάμπτωχη πολυμελή οικογένεια. Φοίτησε για τρία χρόνια στο Νυχτερινό Γυμνάσιο Αμμοχώστου και στη συνέχεια έπιασε δουλειά σε κατάστημα εκρηκτικών και κυνηγετικών ειδών. Από μικρός αναμίχθηκε στον συνδικαλισμό και διατέλεσε γραμματέας της Συντεχνίας Αχθοφόρων. Νεαρός αγωνιστής της ΕΟΚΑ, πρωτοστάτησε στην αρπαγή οπλισμού από τις κατοχικές αρχές της Αμμοχώστου. Τα όπλα προωθήθηκαν σε διάφορες αντάρτικες ομάδες, οι οποίες μέχρι τότε ήταν εφοδιασμένες σχεδόν μόνο με κυνηγετικά. Στις 22 Νοεμβρίου 1955 κατηγορήθηκε ότι πυροβόλησε και τραυμάτισε στην Αμμόχωστο τον πράκτορα της «Ιντέλιτζενς Σέρβις», Σίντνεϊ Τέιλορ. Συνελήφθη και καταδικάσθηκε σε θάνατο.

Στις 10 Μαΐου 1956, ο Μιχαλάκης Καραολής και ο Ανδρέας Δημητρίου απαγχονίστηκαν στις Κεντρικές Φυλακές της Λευκωσίας. 

Οι δύο αγωνιστές οδηγήθηκαν στην αγχόνη διατηρώντας το θάρρος και την πίστη τους στην ιδέα της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Την ύστατη ώρα, λίγο πριν την εκτέλεσή τους τραγούδησαν τον Εθνικό Ύμνο.

«Το μόνο που λυπούμαι είναι που δεν θα προλάβω να δω την Κύπρο μας ελεύθερη», ήταν τα τελευταία λόγια του  Ανδρέα Δημητρίου προς τη μάνα του, λίγες ώρες πριν από τον απαγχονισμό του. «Στο καλό, γιε μου και να έχεις θάρρος ως το τέλος», ήταν η απάντησή της.

Ο Καραολής είπε: «Εμένα δεν πρέπει να με λυπάστε, αφού εγώ δεν βρίσκω λόγο για να με κλαίω, ούτε οι συγγενείς μου πρέπει να με κλαίνε».

Παγκόσμια κατακραυγή χωρίς αποτέλεσμα

Η γενναία στάση τους μπροστά στους δημίους τους και το γεγονός της θανάτωσής τους προκάλεσαν παγκόσμια αντίδραση και κατακραυγή. 

Αποκορύφωμα των αντιδράσεων αυτών ήταν η μεγάλη διαδήλωση που έγινε στο κέντρο της Αθήνας την προηγούμενη της εκτέλεσης των δύο αγωνιστών (9 Μαΐου 1956). Από τις συγκρούσεις αστυνομικών και διαδηλωτών, που ζητούσαν την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα έχασαν την ζωή τους 4 άτομα και τραυματίστηκαν 164.

Στα φυλακισμένα μνήματα

Οι σοροί των δύο απαγχονισθέντων νεαρών αγωνιστών ετάφησαν σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στον περίβολο των Κεντρικών Φυλακών Λευκωσίας, χωρίς την παρουσία συγγενών και φίλων.

Ο συγκεκριμένος χώρος χρησιμοποιήθηκε για την ταφή των εννέα απαγχονισθέντων από τις βρετανικές Αρχές κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ (Μιχαλάκης Καραολής, Ανδρέας Δημητρίου, Χαρίλαος Μιχαήλ, Ανδρέας Ζάκος, Ιάκωβος Πατάτσος, Μιχαήλ Κουτσόφτας, Στέλιος Μαυρομμάτης, Ανδρέας Παναγίδης και Ευαγόρας Παλληκαρίδης).

Στο ίδιο σημείο τοποθετήθηκαν οι σοροί τεσσάρων ακόμη αγωνιστών της ΕΟΚΑ που έπεσαν μαχόμενοι για την απελευθέρωση της Κύπρου και την ένωση με την Ελλάδα, των: Γρηγόρη Αυξεντίου, Μάρκου  Δράκου, Στυλιανού Λένα και Κυριάκου Μάτση.

Μετά την ίδρυση του ανεξάρτητου κυπριακού κράτους, το 1960, το εν λόγω «κοιμητήριο» διαμορφώθηκε σε μουσειακό χώρο, τα «Φυλακισμένα Μνήματα».

Εκεί, προς τιμήν και εις μνήμην των κυπρίων αγωνιστών, δεσπόζει η επιγραφή: «Του ανδρειωμένου ο θάνατος, θάνατος δεν λογιέται».

Προς τιμήν των δύο ηρώων, πολλοί δρόμοι στην Ελλάδα και την Κύπρο φέρουν το όνομά τους.