Τηλεόραση Ραδιόφωνο
κυπρος ευρωπαικη ενωση

H Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν μπορεί να παρέμβει στο ζήτημα της ιθαγένειας παιδιών από μικτούς γάμους στα κατεχόμενα, μεταξύ Τουρκοκυπρίων και εποίκων, και υποδεικνύει ότι η αρμοδιότητα παραχώρησης ιθαγένειας ανήκει στην Κυπριακή Δημοκρατία. Οι Βρυξέλλες εξέτασαν το ζήτημα μετά από πολλά παράπονα που υποβλήθηκαν από συνδέσμους και οργανωμένα σύνολα στα κατεχόμενα.

Η Κομισιόν δέχθηκε βομβαρδισμό παραπόνων το τελευταίο διάστημα, με επικρίσεις για «δυσμενείς διακρίσεις» (εντός εισαγωγικών) από την Κυπριακή Δημοκρατία, σε υποθέσεις απόκτησης ιθαγένειας παιδιών από μεικτούς γάμους, μεταξύ Τουρκοκυπρίων και εποίκων γονέων. Η γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας της Κομισιόν καταλήγει στη θέση ότι εναπόκειται στην Κυπριακή Δημοκρατία να αποφασίσει για τη χορήγηση ιθαγενειών και ότι η Κομισιόν δεν δύναται να παρέμβει, για δύο κυρίως λόγους:

Ο πρώτος λόγος είναι γιατί η Συνθήκη δεν παρέχει αρμοδιότητα στην Κομισιόν να δημιουργήσει ένα κανονιστικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο τα κράτη-μέλη παραχωρούν ή αποσύρουν την ιθαγένειά τους. Άρα, ισχύει η αρχή ότι τα θέματα ιθαγενείας, βρίσκονται στην αρμοδιότητα των κρατών-μελών και εναπόκειται σε κάθε κράτος-μέλος, λαμβανομένου υπόψη του διεθνούς δικαίου, να θέσει τα κριτήρια για την απόκτηση και απώλεια της εθνικότητας του.

Ο δεύτερος λόγος είναι η απουσία νομολογίας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αναφορικά με την απόκτηση ιθαγένειας. Όπως επισημαίνει η Κομισιόν, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει ασχοληθεί μέχρι τώρα αποκλειστικά με την απώλεια της ιθαγένειας, σημειώνοντας ότι σε περίπτωση που κάποιο πρόσωπο κινδυνεύει να χάσει την ιθαγένεια κράτους-μέλους, τότε το θέμα εμπίπτει στο ευρωπαϊκό δίκαιο και άρα εξετάζεται από το Δικαστήριο. Αντίθετα, το Δικαστήριο δεν έχει ασχοληθεί με περιπτώσεις απόκτησης ιθαγένειας, όπως αυτή που ζητείται για τα παιδιά μεικτών γάμων, Τουρκοκυπρίων και εποίκων, στα κατεχόμενα.  

Έχει σημασία να αναφέρουμε, ότι η τουρκική πλευρά επιδεικνύει ανοχή στα αιτήματα για παραχώρηση ιθαγένειας στα παιδιά από μεικτούς γάμους, θεωρώντας ότι θα αποκτήσει πλεονέκτημα σε περίπτωση επανέναρξης μιας διαδικασίας συνομιλιών, καθώς οι συζητήσεις για το θέμα αυτό θα ξεκινήσουν από άλλη αφετηρία και κατ’ επέκταση θα νομιμοποιήσουν την παραμονή τους στην Κύπρο, περισσότερα άτομα που σήμερα θεωρούνται έποικοι.