Η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσιάστηκε ως ιστορική ευκαιρία. Υποτίθεται ότι στόχος ήταν η διασφάλιση της εθνικής μας κυριαρχίας, η ενίσχυση της ασφάλειας και, κυρίως, η εξασφάλιση υποστήριξης για την επίλυση του εθνικού μας προβλήματος. Μας διαβεβαίωσαν πως θα είμαστε ισότιμο μέλος του ευρωπαϊκού “οικοδομήματος”. Δύο δεκαετίες μετά, η πραγματικότητα είναι αμείλικτη, Κύπρος – ο κομπάρσος μιας Ευρώπης που δεν σέβεται ούτε το κράτος δικαίου ούτε τις ίδιες της τις αρχές.
Γράφει ο Κρις Μιχαήλ
Η Ε.Ε., με τη σιωπή της στις διαρκείς τουρκικές απειλές, αποδεικνύει πόσο λίγη σημασία έχει για τους "εταίρους" η ασφάλεια ενός κράτους-μέλους όταν αυτή συγκρούεται με τα δικά τους οικονομικά ή γεωπολιτικά συμφέροντα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η προκλητική σιγή απέναντι στις επιθετικές τουρκικές ενέργειες σε σχέση με την ενεργειακή συνεργασία Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ. Κι όμως, ούτε η Λευκωσία ούτε η Αθήνα ύψωσαν πολιτικό ανάστημα. Πού είναι οι κόκκινες γραμμές; Πού είναι η ελάχιστη εθνική αξιοπρέπεια;
Σαν να μην έφτανε αυτό, η Κομισιόν – με τη γνωστή φιλοτουρκική της πτέρυγα – προωθεί απευθείας εμπόριο με το ψευδοκράτος. Πρόκειται για ξεκάθαρη παραβίαση των αρχών του διεθνούς δικαίου και έμμεση αναγνώριση του κατοχικού καθεστώτος. Και όχι απλώς το εισηγούνται. Το σχεδιάζουν για... κάποια χρόνια, με την πεποίθηση ότι "λύση δεν πρόκειται να υπάρξει". Έχουν ήδη αποδεχθεί τη διχοτόμηση και τώρα τη νομιμοποιούν μεθοδικά.
Και ενώ αυτά συμβαίνουν, τι κάνουν οι δικοί μας ηγέτες; Συνεχίζουν να συμπεριφέρονται ως πειθήνια όργανα των Βρυξελλών, πρόθυμοι να υποστηρίξουν κάθε ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, ακόμη κι αν αυτή στρέφεται ευθέως κατά των εθνικών μας συμφερόντων. Μας επέβαλαν να ευθυγραμμιστούμε με τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας — ενός παραδοσιακού συμμάχου με τον οποίο διατηρούμε ισχυρές ιστορικές, πολιτικές και πολιτισμικές σχέσεις. Και το κάναμε, χωρίς δεύτερη σκέψη. Ποιο ήταν το αντάλλαγμα; Η εγκατάλειψη μας στο θέμα της Κύπρου, η ενίσχυση του ψευδοκράτους, και η απόλυτη ανοχή στις τουρκικές προκλήσεις.
Πώς μπορεί η Ευρώπη να αξιώνει από την Κύπρο να "συνταχθεί με τη Δύση για την Ουκρανία", όταν την ίδια στιγμή προωθεί διχοτομικές πολιτικές εις βάρος της εδαφικής μας ακεραιότητας; Η διπλοπροσωπία τους δεν είναι απλώς προκλητική — είναι βαθιά προσβλητική.
Η ευθύνη, όμως, δεν βαραίνει μόνο την Ε.Ε. Οφείλουμε να είμαστε ειλικρινείς: Η μεγαλύτερη ευθύνη ανήκει στη Λευκωσία και στην Αθήνα. Σε κυβερνήσεις που διστάζουν να απαιτήσουν, που φοβούνται να συγκρουστούν, που δεν τολμούν να υπερασπιστούν τα εθνικά τους δίκαια. Με την απουσία εθνικής στρατηγικής, με την κουλτούρα της υποταγής και της ψευδαίσθησης ότι η «καλή διαγωγή» θα ανταμειφθεί, καταδικάζουμε τους εαυτούς μας σε ρόλο επαίτη εντός μιας συμμαχίας που μας βλέπει απλώς ως διαπραγματευτικό εργαλείο.
Δεν είναι πλέον αρκετό να “καταγράφουμε ανησυχίες”. Ούτε να αναζητούμε "κατανόηση". Η Κύπρος και η Ελλάδα οφείλουν να απαιτήσουν άμεση και απερίφραστη στήριξη από τους εταίρους. Να μπουν σε ουσιαστικό διάλογο με τις ΗΠΑ, αλλά από θέση ισχύος. Όχι να παρακαλούν, αλλά να διεκδικούν. Όχι να υποτάσσονται, αλλά να προτείνουν. Να χαράξουν στρατηγική που να εξυπηρετεί το εθνικό τους συμφέρον, όπως κάνουν όλοι οι άλλοι. Να ξεκαθαρίσουν ότι τίποτα δεν μπορεί να σχεδιαστεί στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς τη συγκατάθεσή τους.
Ταυτόχρονα, πρέπει να διατηρηθούν ισχυρές σχέσεις με τη Ρωσία, αλλά και με την Κίνα, η οποία έχει σταθεί δίπλα μας σε δύσκολες στιγμές και θα είναι αναγκαία και στο μέλλον. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να θυσιάζουμε στρατηγικές συνεργασίες στο βωμό μιας ψεύτικης "ευρωπαϊκής αλληλεγγύης" που ποτέ δεν υπήρξε πραγματικά.
Οφείλουμε να απαλλαγούμε από τη λογική της εθελοδουλίας. Να ανακτήσουμε το δικαίωμα της ισότιμης συμμετοχής. Να μετατρέψουμε τη γεωπολιτική μας θέση από μειονέκτημα σε πλεονέκτημα. Να σταματήσουμε να είμαστε το "καλό παιδί" που όλοι χρησιμοποιούν και κανείς δεν σέβεται.
Η Κύπρος και η Ελλάδα αξίζουν κάτι πολύ περισσότερο από τον ρόλο του κομπάρσου. Το ερώτημα είναι: έχουν οι ηγεσίες τους τη βούληση να το απαιτήσουν;
Υ.Γ.: Οι Αμερικανοί και ιδιαίτερα ο νεοεκλεγείς απρόβλεπτος Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εργάζονται για αποκατάσταση των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ, κάτι που θα απομονώσει και εγκλωβίσει την πλευρά μας στη γωνιά αυτή της Μεσογείου, γεγονός που δεν θα μας αφήνουν τρόπους και διεξόδους διαφυγής. Αυτό που έχουμε να κάνουμε είναι να εμπλακούμε ενεργά και αποφασιστικά στη διαμόρφωση των σχεδιασμών αυτών με την επιδίωξη των μεγαλύτερων δυνατόν κερδών σε οικονομικό αλλά και πολιτικό επίπεδο. Πρέπει να αναδείξουμε τον δικό μας ρόλο, να κάνουμε ξεκάθαρο πως τίποτε δεν μπορεί να σχεδιασθεί και να υλοποιηθεί χωρίς τη δική μας συμβολή και συγκατάθεση. Χωρίς συγκρουσιακή διάθεση να μπούμε σε διάλογο με τους Αμερικανούς και να διεκδικήσουμε το μέγιστο. Κάνοντας σαφές ότι θέλουμε και τη λύση αλλά και την οικονομική συνεργασία με τους γείτονες, αλλά χωρίς να απεμπολούμε δίκαια και δικαιώματα. Κάνοντας αυτό όμως να διαφυλάξουμε τις σχέσεις μας με την Κίνα η οποία τόσο μας στήριξε σε χαλεπούς καιρούς και που σίγουρα και στο μέλλον θα τη χρειαστούμε. Έτσι συνομιλώντας, είτε με τους Αμερικανούς είτε με άλλους πρέπει να έχουμε υπόψη ότι όλοι εργάζονται για το συμφέρον τους και να μη μας παρασύρουν τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα που μοναδικό σκοπό έχουν να μας καλοπιάσουν και να μας παρασύρουν σε άλλους δρόμους που οδηγούν στα χειρότερα.