Τηλεόραση Ραδιόφωνο Podcasts
γφ

Η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ως Προέδρου των ΗΠΑ σηματοδοτεί μια σημαντική στροφή στην αμερικανική και παγκόσμια πολιτική σκηνή. Υπογραμμίζοντας αυτό το σημείο, κατά τη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας, οι διεθνείς αναλυτές επεσήμαναν ότι η εναρκτήρια ομιλία του κ. Τραμπ αντανακλά μια πιο αισιόδοξη προσέγγιση σε σύγκριση με την πρώτη του θητεία, αλλά παράλληλα θέτει σημαντικές προκλήσεις για τις διεθνείς σχέσεις.

Σύμφωνα με τα σχετικά δημοσιεύματα του ξένου Τύπου, η ρητορική του κ. Τραμπ για «χρυσά χρόνια» και μια «επανάσταση κοινής λογικής» υποδηλώνει μια προσπάθεια να απευθυνθεί σε ένα ευρύτερο κοινό. Ωστόσο, οι φιλόδοξες υποσχέσεις του, όπως ο τερματισμός πολέμων και η επιστροφή της Διώρυγας του Παναμά στον έλεγχο των ΗΠΑ, εγείρουν ερωτήματα σχετικά με την πρακτική εφαρμογή τους και τις πιθανές διεθνείς αντιδράσεις. 

Την ίδια ώρα, η στάση του κ. Τραμπ απέναντι σε ζητήματα όπως η μετανάστευση και η κλιματική αλλαγή παραμένει αμφιλεγόμενη. Η έμφαση στον προστατευτισμό και στη στρατηγική «Πρώτα η Αμερική» ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά τις διεθνείς εμπορικές σχέσεις και τη συνεργασία σε παγκόσμια ζητήματα.

Οι αναλυτές εκφράζουν ανησυχίες για πιθανή αστάθεια στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, ιδιαίτερα σε σχέση με συμμάχους και αντιπάλους. Από το δικό τους πρίσμα, η προσέγγιση του κ. Τραμπ σε ζητήματα όπως το ΝΑΤΟ, η Κίνα και η Ρωσία θα είναι καθοριστική για τη διαμόρφωση του παγκόσμιου γεωπολιτικού τοπίου.

Ο Τύπος της Δύσης

«Η δεύτερη εναρκτήρια ομιλία του Τραμπ σηματοδοτεί στροφή στην αισιοδοξία» είναι ο τίτλος του άρθρου γνώμης του αρθρογράφου Cal Thomas, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα The Washington Times στις 20 Ιανουαρίου. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, η δεύτερη θητεία του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ αναμένεται να διαφέρει σημαντικά από την πρώτη. Η ομιλία του κατά την ορκωμοσία του σηματοδότησε μια στροφή από την απαισιόδοξη ρητορική της πρώτης του θητείας σε μια πιο αισιόδοξη προσέγγιση για το μέλλον της Αμερικής. Ο Τραμπ μίλησε για «χρυσά χρόνια» που έρχονται και κάλεσε για μια «επανάσταση κοινής λογικής». Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την πρώτη του ομιλία. Ο Τραμπ έκανε λόγο για μια σειρά από φιλόδοξα σχέδια, όπως τον τερματισμό των πολέμων, την επιβολή των νόμων περί μετανάστευσης, τη μείωση του κόστους ζωής και την επιστροφή της Διώρυγας του Παναμά στον έλεγχο των ΗΠΑ. Επιπλέον, δεσμεύτηκε να προστατεύσει τον γυναικείο αθλητισμό από τρανς αθλητές, δηλώνοντας ότι «υπάρχουν μόνο δύο φύλα: άνδρας και γυναίκα». Ωστόσο, ο Τραμπ δεν έκανε καμία αναφορά στο τεράστιο χρέος της Αμερικής, αφήνοντας ίσως το ζήτημα στο νεοσύστατο Υπουργείο Κυβερνητικής Αποδοτικότητας. Δημοσκόπηση των New York Times/Ipsos έδειξε ότι πολλοί Αμερικανοί, παρά τη δυσαρέσκειά τους για τον χαρακτήρα του Τραμπ, συμφωνούν με την απαισιόδοξη εκτίμησή του για τα προβλήματα της χώρας και υποστηρίζουν κάποιες από τις αμφιλεγόμενες προτάσεις του.

Ο Joel Saucedo στο άρθρο του «Χωρίς πρωτόκολλο, η εποχή Τραμπ», που δημοσιεύτηκε στις 21 Ιανουαρίου στη μεξικανική εφημερίδα «La Prensa», αναλύει την ομιλία του Ντόναλντ Τραμπ κατά την ορκωμοσία του ως 47ου Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Πρόεδρος του Μεξικού, Claudia Sheinbaum, συνεχάρη τον Τραμπ και τόνισε τη σημασία του διαλόγου, του σεβασμού και της συνεργασίας. Ο Τραμπ, ωστόσο, επικεντρώθηκε στην ανάδειξη της Αμερικής ως παγκόσμιας δύναμης, θυμίζοντας το βιβλίο «Σύντομη Ιστορία του Μέλλοντος» του Jacques Attali. Υποσχέθηκε την ανασυγκρότηση του στρατού, την αποστολή στρατευμάτων στα σύνορα με το Μεξικό και την κήρυξη «εθνικής κατάστασης έκτακτης ανάγκης». Χαρακτήρισε τα καρτέλ ως ξένες τρομοκρατικές οργανώσεις και ανακοίνωσε την επαναφορά της πολιτικής «Παραμονή στο Μεξικό». Ο Τραμπ δεν έδειξε διάθεση για διάλογο με το Μεξικό, αγνοώντας το μήνυμα της Sheinbaum.

Στις 21 Ιανουαρίου, η παναμέζικη εφημερίδα La Estrella de Panama δημοσίευσε κύριο άρθρο με τίτλο «Μεταξύ των Γραμμών». Το άρθρο αναλύει την ομιλία του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, κατά την ορκωμοσία του ως νέου Προέδρου των ΗΠΑ. Ο Τραμπ, στην ομιλία του, έθεσε τις κόκκινες γραμμές της κυβέρνησής του: αντιμεταναστευτική ρητορική, προστατευτισμός, περιφρόνηση για την κλιματική κρίση και προβολή της ισχύος της Ουάσινγκτον στον κόσμο, καλυμμένη με ιμπεριαλιστικές αποχρώσεις. Ο Τραμπ επανέλαβε ότι το Κανάλι του Παναμά θα καταληφθεί, θυμίζοντας το δόγμα του «Προφανούς Πεπρωμένου» του 19ου αιώνα. Ο Πρόεδρος Μουλίνο απάντησε στον Τραμπ, θέτοντας τους όρους των σχέσεων με τον Παναμά. Έχει περάσει ένας μήνας από τις δηλώσεις του Τραμπ και η στρατηγική της κυβέρνησης του Παναμά παραμένει άγνωστη. Ποιοι είναι οι σύμμαχοι του Παναμά στον κόσμο; Πώς θα χειριστεί η χώρα το ζήτημα στους διεθνείς οργανισμούς; Ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές της χώρας; Η εξωτερική πολιτική δεν είναι απλή πατριωτική ποίηση. Χρειάζονται κρατικές κατευθυντήριες γραμμές, τις οποίες η κυβέρνηση δεν έχει δείξει μέχρι στιγμής. Οι έκτακτες συνθήκες απαιτούν έκτακτη και έξυπνη ηγεσία. Δεν είναι ώρα για ρητορείες, αλλά για πράξεις.

«Το τι δεν θα πράξει ο Τραμπ είναι το πιο ανησυχητικό» είναι ο τίτλος του άρθρου γνώμης του William Hague, που δημοσιεύτηκε στους Times του Λονδίνου στις 20 Ιανουαρίου. Το κείμενο αναλύει την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και εκφράζει την ανησυχία του για το τι δεν θα κάνει κατά τη διάρκεια της θητείας του. Ο Τραμπ, έχοντας πλέον τον έλεγχο και των τριών κλάδων της αμερικανικής κυβέρνησης, κατέχει πρωτοφανή εξουσία. Η θητεία του θα σημαδευτεί από εκτελεστικές εντολές, απειλές προς ξένες χώρες και μια γενικότερη αστάθεια. Ο Hague αναγνωρίζει πως η πολιτική Τραμπ ίσως έχει θετικά αποτελέσματα, όπως η εκεχειρία στη Γάζα ή η πιθανή αφύπνιση του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, η εμπορική του πολιτική ενδέχεται να βλάψει την παγκόσμια οικονομία. Η μεγαλύτερη ανησυχία έγκειται σε όσα δεν θα κάνει ο Τραμπ: δεν θα περιορίσει την παραγωγή πετρελαίου και αερίου, δεν θα συνεργαστεί με τον ΠΟΥ, δεν θα ρυθμίσει τα κρυπτονομίσματα, δεν θα ασχοληθεί με την ασφάλεια της τεχνητής νοημοσύνης και δεν θα μειώσει το χρέος των ΗΠΑ. Η έλλειψη δράσης σε αυτούς τους τομείς θα έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες. Η άρνηση για την κλιματική αλλαγή, η απελευθέρωση των κρυπτονομισμάτων, η αποχώρηση από τον ΠΟΥ και η αύξηση του χρέους αποτελούν ωρολογιακές βόμβες. Η καθημερινή αστάθεια θα τραβήξει την προσοχή μας, αλλά οι συνέπειες των επόμενων ετών θα είναι αυτές που θα κρίνουν την πορεία μας.

Ο Τύπος της Μέσης Ανατολής

Ο Ghassan Charbel στο άρθρο του «Ο Τραμπ επέστρεψε, παρακαλώ δέστε τις ζώνες σας», που δημοσιεύτηκε στο Arab News στις 20 Ιανουαρίου, αναλύει την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Η επιστροφή του Τραμπ σηματοδοτεί μια δραματική και έντονη στιγμή, με τον κόσμο να παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα. Ο Τραμπ, ένας απρόβλεπτος και αινιγματικός άνδρας, νίκησε όλους τους αντιπάλους του, από τους Ρεπουμπλικανούς βαρόνους μέχρι τους Δημοκρατικούς αντιπάλους του, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τα δικαστήρια. Ο Τραμπ, μια ιδιαίτερη περίπτωση, κολυμπάει σε μια θάλασσα κατηγοριών και βγαίνει αλώβητος. Ξέρει πώς να μιλάει στους οπαδούς του, οι οποίοι πιστεύουν σε αυτόν και αρνούνται να δεχτούν τις κατηγορίες εναντίον του. Η επιστροφή του σηματοδοτεί μια νίκη ενάντια σε όσους τον υποτίμησαν, κλείνοντας το κεφάλαιο της πρώτης του θητείας. Ο κόσμος δεν μπορεί να αγνοήσει την επιστροφή του Τραμπ. Η Αμερική, μια παγκόσμια δύναμη, επηρεάζει τα πάντα, από τον πόλεμο στη Γάζα μέχρι την κρίση στην Ουκρανία. Ο Τραμπ, ένας έμπειρος παίκτης, έρχεται αντιμέτωπος με μια σειρά από προκλήσεις, από το κινεζικό TikTok μέχρι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Η επιστροφή του Τραμπ προμηνύει συναρπαστικές μέρες, γεμάτες με αβεβαιότητα και ρίσκο.

Σε άρθρο του με τίτλο «Ο νέος διευθυντής της CIA και ο πονοκέφαλος του καθεστώτος της Τεχεράνης», που δημοσιεύθηκε στις 21 Ιανουαρίου στην Jerusalem Post, ο Erfan Fard αναλύει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η CIA υπό την ηγεσία του John Ratcliffe, με επίκεντρο το Ιράν. Ο συγγραφέας αναφέρει ότι ο Ratcliffe, σε αντίθεση με προκατόχους του, διακατέχεται από ηθικές αρχές και κατανοεί την ανάγκη ύπαρξης ενός ισχυρού και αξιόπιστου ηγέτη για την καθοδήγηση της ιρανικής κοινωνίας σε περίπτωση κατάρρευσης του καθεστώτος. Ο Fard τονίζει ότι η CIA, εκτός από τις δομικές αλλαγές, επικεντρώνεται στις εξωτερικές απειλές, με το Ιράν να αποτελεί καθημερινή πρόκληση. Ο συγγραφέας υπογραμμίζει την ανάγκη ενίσχυσης των δικτύων κατασκοπείας και των ανθρώπινων πόρων στο Ιράν. Σύμφωνα με τον Fard, η CIA, σε συνεργασία με το Ισραήλ, καλείται να αντιμετωπίσει, μεταξύ άλλων, τις πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν και να διαχειριστεί τις περιφερειακές εντάσεις. Η ανταλλαγή πληροφοριών με τις μυστικές υπηρεσίες συμμαχικών χωρών και ο συντονισμός στρατηγικών για την αντιμετώπιση των απειλών από το Ιράν είναι απαραίτητα. Ο Fard υπογραμμίζει τον κίνδυνο που συνιστά η υποστήριξη τρομοκρατικών οργανώσεων από την Τεχεράνη, ενώ τονίζει την ανάγκη καταπολέμησης των ιρανικών προσπαθειών κατασκοπείας. Τέλος, προειδοποιεί για την ανάγκη ετοιμότητας για απρόβλεπτες εξελίξεις στις σχέσεις ΗΠΑ-Ιράν, καθώς η επιβίωση του Ισραήλ και η σταθερότητα της Μέσης Ανατολής διακυβεύονται.

Ο Τύπος της Ασίας

Στο κύριο άρθρο με τίτλο «Νέα θητεία Trump και Ταϊβάν», που δημοσιεύτηκε στην Taipei Times στις 22 Ιανουαρίου, αναλύονται οι πιθανές επιπτώσεις μιας δεύτερης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ για την Ταϊβάν. Η εναρκτήρια ομιλία του Τραμπ προκάλεσε ανησυχίες σχετικά με την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, ιδίως η αναφορά στην «επέκταση της επικράτειας», η οποία εγείρει ερωτήματα για πιθανή επεκτατική πολιτική. Παρά τις ανησυχίες, ο Τραμπ τόνισε την επιθυμία του να διαδραματίσει ρόλο ειρηνοποιού. Υπάρχουν, ωστόσο, λόγοι για συγκρατημένη αισιοδοξία, δεδομένων των επιλογών του για το υπουργικό συμβούλιο. Η τοποθέτηση του Marco Rubio ως Υπουργού Εξωτερικών και του Mike Waltz ως συμβούλου εθνικής ασφάλειας, οι οποίοι έχουν εκφράσει έντονη κριτική απέναντι στην Κίνα, θεωρείται θετική εξέλιξη. Επιπλέον, αναμένονται νέες πρωτοβουλίες για τη μεταφορά της παραγωγής τσιπ στις ΗΠΑ, με στόχο τη μείωση της εξάρτησης από τον τομέα ημιαγωγών της Ταϊβάν. Παράλληλα, το αίτημα του Τραμπ για αύξηση των αμυντικών δαπανών της Ταϊβάν θεωρείται εύλογο. Η κυβέρνηση της Ταϊβάν καταβάλλει προσπάθειες για την ενίσχυση των αμυντικών της δυνατοτήτων, ωστόσο οι προσπάθειες αυτές συναντούν εμπόδια από τα αντιπολιτευόμενα κόμματα.

Σύμφωνα με το κύριο άρθρο της People's Daily, που δημοσιεύτηκε στις 20 Ιανουαρίου με τίτλο «Να διατηρηθεί η σχέση Κίνας-ΗΠΑ στη σωστή πορεία», η παγκόσμια κοινότητα παρακολουθεί στενά την εξέλιξη των σχέσεων Κίνας-ΗΠΑ, ιδίως εν μέσω της μετάβασης εξουσίας στην Ουάσιγκτον. Σε μια περίοδο αυξανόμενων παγκόσμιων προκλήσεων, οι δύο αυτές χώρες οφείλουν να συνεργαστούν εποικοδομητικά, ξεκινώντας από μια νέα βάση. Η σχέση μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου είναι ζωτικής σημασίας, καθώς οι αλληλεπιδράσεις τους επηρεάζουν πολλούς τομείς, από το εμπόριο έως την παγκόσμια ασφάλεια και την κλιματική αλλαγή. Παρότι υπάρχουν διαφορές, είναι σημαντικό να διαχειριστούν σωστά, χωρίς να καθορίζουν την πορεία της σχέσης. Ιστορικά, οι δύο χώρες έχουν αναγνωρίσει τις διαφορές στα πολιτικά τους συστήματα, αλλά έχουν οικοδομήσει διπλωματικές σχέσεις και συνεργασία βασιζόμενες σε αμοιβαία συμφέροντα. Στο μέλλον, θα πρέπει να σεβαστούν τα θεμελιώδη συμφέροντα και τις ανησυχίες τους, επιδιώκοντας λύσεις στις προκλήσεις. Το ζήτημα της Ταϊβάν, το οποίο αφορά την κυριαρχία της Κίνας, πρέπει να αντιμετωπιστεί με σύνεση. Η σχέση Κίνας-ΗΠΑ χαρακτηρίζεται από αλληλεξάρτηση, με το εμπόριο και τις επενδύσεις να αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο. Ωστόσο, οι σχέσεις έχουν αντιμετωπίσει προκλήσεις εξαιτίας της διαστρεβλωμένης αντίληψης της Ουάσιγκτον για την Κίνα. Παρόλα αυτά, ο διάλογος και η συνεργασία αποτελούν μονόδρομο.

Ο Τύπος της Ρωσίας και της Κίνας

Στο άρθρο του με τίτλο «Σε 24 ώρες: Ο Πούτιν πρόσφερε στην Ευρώπη μια κομψή διέξοδο από το ουκρανικό αδιέξοδο», το οποίο δημοσιεύθηκε από το RIA Novosti στις 22 Ιανουαρίου, ο Kirill Strelnikov αναλύει την κατάσταση που διαμορφώθηκε μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Τραμπ. Η νέα προεδρία Τραμπ έχει προκαλέσει αναστάτωση στις ευρωατλαντικές ελίτ. Παρά τις διαβεβαιώσεις για τη συνέχιση της υποστήριξης προς την Ουκρανία, η Ευρώπη φαίνεται να αναγνωρίζει την αδυναμία της να δράσει αποτελεσματικά χωρίς τη στήριξη των ΗΠΑ. Ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, εκφράζουν ανησυχίες σχετικά με την έλλειψη ετοιμότητας και την εξάρτησή τους από την αμερικανική βοήθεια. Ο Πούτιν προτείνει μια «δημοκρατική» λύση για το ουκρανικό ζήτημα, υποστηρίζοντας την επιστροφή εδαφών σε χώρες με τις οποίες έχουν ιστορικούς δεσμούς. Ως παράδειγμα αναφέρει την επιστροφή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ στο Αζερμπαϊτζάν. Η πρόταση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναδιανομή εδαφών, με την επιστροφή της Νότιας Βεσσαραβίας και της Βόρειας Μπουκοβίνας στη Ρουμανία, του Λβιβ και του Ρίβνε στην Πολωνία, της Υπερκαρπαθίας στην Ουγγαρία και των ιστορικών εδαφών στη Ρωσία. Με αυτή την πρόταση, ο Πούτιν παρουσιάζει μια πιθανή διέξοδο από το αδιέξοδο στην Ουκρανία, μια λύση που θα μπορούσε να επιφέρει την ειρήνη με δημοκρατικό τρόπο. Ουσιαστικά, προτείνει μια ειρηνική αναδιαμόρφωση των συνόρων, με στόχο την επίλυση του ουκρανικού ζητήματος μέσω της ιστορικής δικαιοσύνης και της αυτοδιάθεσης των λαών.

Ο Vadym Denysenko, σύμβουλος του Ουκρανού Υπουργού Εσωτερικών, στο άρθρο του με τίτλο «Ο Τραμπ είναι εδώ. Πού θα βάλει τάξη πρώτα», που δημοσιεύτηκε στις 21 Ιανουαρίου στην Gazeta, αναλύει τις πρώτες κινήσεις του νέου Προέδρου των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τον Denysenko, η μη πρόσκληση του Ζελένσκι και του Πούτιν στην ορκωμοσία του Τραμπ έχει στόχο να αφήσει τον Αμερικανό Πρόεδρο ελεύθερο να διαπραγματευτεί. Το σχέδιο των ΗΠΑ παραμένει το σχέδιο Kellogg, με τον Τραμπ να επιδιώκει κατάπαυση του πυρός στην γραμμή επαφής, ενώ η Ρωσία να απαιτεί τη νομιμοποίηση της προσάρτησης. Επιπλέον, το διάταγμα του Τραμπ για την αναγνώριση μόνο δύο φύλων αποτελεί μια προσπάθεια επιστροφής στην εποχή της αρρενωπότητας, χωρίς όμως να στοχεύει στην εξόντωση ή τον περιορισμό των ομοφυλόφιλων ή άλλων μειονοτήτων. Ο Denysenko εξηγεί ότι πρόκειται για μια απόρριψη της εποχής του πλουραλισμού, όπου απαιτούνταν υπερβολικές απολογίες για πράγματα που δεν έγιναν. Ο ίδιος εκτιμά πως οι πρώτοι 6-9 μήνες θα δείξουν την κατεύθυνση της πολιτικής Τραμπ, με το πρώτο χτύπημα να στοχεύει τους παράνομους μετανάστες, ενώ οι άλλες μειονότητες προς το παρόν δεν θα επηρεαστούν άμεσα. Η δήλωση για τα δύο φύλα είναι επίσης μια κίνηση προς το εκλογικό κοινό του Τραμπ, αλλά δεν σημαίνει ότι θα αρχίσει άμεσα μια εκστρατεία κατά των ομοφυλόφιλων. Αυτή η αλλαγή θεωρείται εξίσου σημαντική με τις οικονομικές αλλαγές, σηματοδοτώντας την αρχή μιας νέας εποχής που θα αντικαταστήσει τον μεταμοντερνισμό. Τέλος, ο Denysenko απορρίπτει τον ισχυρισμό ότι ο Τραμπ ακολουθεί τον Πούτιν στις «παραδοσιακές αξίες», επισημαίνοντας ότι ο Τραμπ κοιτάζει προς το μέλλον και όχι στο παρελθόν.

Πηγή: ΚΥΠΕ