Η Ολομέλεια της Βουλής ενέκρινε κατά πλειοψηφία τη συμφωνία Κυβέρνησης και συνδικαλιστικών οργανώσεων για γενικές αυξήσεις στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, με 25 ψήφους υπέρ και 17 εναντίον, ύστερα από μια μακρά συζήτηση που δίχασε το Κοινοβούλιο.
Με τον νόμο που ψηφίστηκε θα παραχωρηθεί από την 1η Οκτωβρίου 2024 γενική αύξηση ύψους 1,5% στους μισθούς των κρατικών υπαλλήλων και στις συντάξεις των συνταξιούχων της κρατικής υπηρεσίας, καθώς και αντίστοιχη αύξηση στην αντιμισθία των προέδρων και των μελών της ΕΔΥ και της ΕΕΥ. Το ελάχιστο ποσό ετήσιας αύξησης στους μισθούς ορίστηκε στα €331,28.
Την έντονη διαφωνία του ΔΗΣΥ με τις γενικές αυξήσεις, εξέφρασε ο Βουλευτής Χάρης Γεωργιάδης. Σημείωσε ότι επί διακυβέρνησης ΔΗΣΥ καταργήθηκαν σταδιακά οι αποκοπές στο δημόσιο και επανήλθαν οι προσαυξήσεις και η ΑΤΑ, ενώ αναβαθμίστηκαν κατηγορίες εργαζομένων.
Είπε ωστόσο ότι στο τέλος της δεκαετίας τους το μισθολόγιο αυξήθηκε 15% ενώ την τελευταία τριετία μόνο έχει αυξηθεί 35% κατά 1,1 δις. ευρώ, προσθέτοντας ότι τέτοιος ρυθμός ανεξέλεγκτης αύξησης του κρατικού μισθολογίου, δεν υπήρξε ούτε κατά την περίοδο πριν το 2013. Πρόσθεσε ότι ενώ οι εκτιμήσεις της Κυβέρνησης ήταν ότι θα ξεπερνούσε το μισθολόγιο τα 4 δις. ευρώ το 2026, τελικά το όριο ξεπεράστηκε φέτος.
«Δεν είμαστε εναντίον της παραχώρησης αυξήσεων και προσλήψεων, είμαστε εναντίον της ανεξέλεγκτης διόγκωσης του κρατικού μισθολογίου», είπε.
Αναφέροντας ότι θεωρούσαν ότι η πρακτική των γενικών και οριζόντιων αυξήσεων ανήκε στο παρελθόν, είπε ότι αυξήσεις πρέπει να είναι συνδεδεμένες με την παραγωγικότητα.
Ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ Μαρίνος Σιζόπουλος είπε ότι δεν θα έπρεπε το Κοινοβούλιο να συζητά επικύρωση μιας συμφωνίας μεταξύ εργοδότη και εργοδοτούμενου. Τάχθηκε υπέρ της εξεύρεσης τρόπων αύξησης της παραγωγικότητας και είπε ότι η ΕΔΕΚ εδώ και καιρό πρότεινε σύνδεση αυξήσεων ακόμα και της ΑΤΑ με την παραγωγικότητα κάτι που δεν έγινε αποδεκτό κατά την ψήφιση της μεταρρύθμισης της Δημόσιας Υπηρεσίας.
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Αντρέας Καυκαλιάς είπε ότι για το ΑΚΕΛ μετρά ότι το νομοσχέδιο είναι αποτέλεσμα συμφωνίας συνδικαλιστικών οργανώσεων και Κυβέρνησης που είναι ο εργοδότης και για αυτό θα υπερψηφίσουν. Παράλληλα ανέφερε ότι θα ήταν δικαιότερο να υπήρχαν ρυθμίσεις για κλιμακωτές αυξήσεις.
Επέκρινε το γεγονός ότι στη συμφωνία δεν λήφθηκε υπόψη το θέμα των εργαζομένων στις κλίμακες Α1-2-5 των οποίων εκκρεμεί η αναβάθμιση, των εργαζομένων σε τεχνικές δομές των Υπουργείων και η μείωση 10% στους νεοεισερχόμενους.
Σημείωσε ότι μεγάλο μέρος εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα δεν λαμβάνει ΑΤΑ και δεν προστατεύεται από συλλογικές συμβάσεις και πρέπει να αυξηθούν οι προσπάθειες της Κυβέρνησης για αυτά τα θέματα, ενώ είπε ότι «η επίθεση του ΔΗΣΥ κατά των συνδικαλιστικών οργανώσεων» δεν εξυπηρετεί την επίτευξη των στόχων αυτών.
Ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ Χρύσης Παντελίδης χαιρέτισε τις αυξήσεις, που είναι οι πρώτες εδώ και 15 χρόνια, και σημείωσε ότι δεν αφορούν Πρόεδρο Δημοκρατίας, βουλευτές, Υπουργούς και δημάρχους.
Τόνισε την ανάγκη να αυξηθεί η παραγωγικότητα στο δημόσιο και η ποιότητα παροχής υπηρεσιών κάτι για το οποίο ψήφισαν στη μεταρρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας.
Είπε επίσης ότι υπάρχουν παραδείγματα αύξησης της παραγωγικότητα στο δημόσιο, όπως στο Τμήμα Φορολογίας και είπε ότι είναι δίκαιο οι εργαζόμενοι να λάβουν 1,5% από τη μεγέθυνση της οικονομίας τα τελευταία 15 χρόνια, που άγγιξε το 28%.
Πρόσθεσε ότι η λύση για εξίσωση του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα δεν είναι να κατεβούν οι μισθοί στο δημόσιο, αλλά να ανέβουν στον ιδιωτικό. Τα κίνητρα για επέκταση της ΑΤΑ όσο το δυνατό περισσότερο στον ιδιωτικό τομέα αποδεικνύουν την ευαισθησία, όπως είπε της Κυβέρνησης στο ιδιωτικό τομέα. Ανέφερε ακόμα ότι η κατώτερη μηνιαία αύξηση για τους χαμηλόμισθους είναι 28 ευρώ και για τους πλέον υψηλόμισθους 65 ευρώ.