Τηλεόραση Ραδιόφωνο
90θ

Για τις εξελίξεις στις προσπάθειες αξιοποίησης του φυσικού αερίου της Κύπρου, καθώς και στην πορεία υλοποίησης της ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κύπρου αναφέρθηκε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Καθημερινή της Κυριακής» ο Υπουργός Ενέργειας, Γιώργος Παπαναστασίου, αναφέροντας ότι ενδεχομένως το πρώτο κυπριακό φυσικό αέριο να προέλθει από το κοίτασμα «Κρόνος». Όσον αφορά τις αποφάσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας για συμμετοχή στο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης, είπε ότι αναμένονται τα αποτελέσματα έρευνας δέουσας επιμέλειας, περί τα τέλη Νοεμβρίου.

«Το πρώτο κυπριακό φυσικό αέριο πιθανόν να είναι από το κοίτασμα Κρόνος στο βυθοτεμάχιο 6», είπε ο κ. Παπαναστασίου, τοποθετώντας αυτή την εξέλιξη εντός 2027. Ανέφερε, ακόμα, ότι στις αρχές του 2025 η ExxonMobil θα πραγματοποιήσει μια ερευνητική γεώτρηση στον στόχο «Ηλέκτρα» στο βυθοτεμάχιο 5 και μια γεώτρηση στην περιοχή του κοιτάσματος «Γλαύκος» στο βυθοτεμάχιο 10 για επιβεβαίωση ποσοτήτων.

Εξάλλου, αναφορικά με το κοίτασμα Αφροδίτη, ο Υπουργός είπε ότι η Chevron έφερε ένα προκαταρτικό σχέδιο ανάπτυξης, που φαίνεται να είναι προς την επιδιωκόμενη κατεύθυνση. «Το ζητούμενο είναι το σχέδιο να ολοκληρωθεί εντός τεσσάρων μηνών και να μην υπάρξουν εκπλήξεις στον τέλος του δρόμου», σημείωσε ο ίδιος.

Τέλη Νοεμβρίου πρώτη εικόνα από έρευνα δέουσας επιμέλειας για το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης

Σχετικά με την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου - Ελλάδας, ο κ. Παπαναστασίου ανέφερε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης δεσμεύτηκε για συμμετοχή της Κύπρου στο μετοχικό κεφάλαιο του έργου, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρχει «καθαρή» έρευνα δέουσας επιμέλειας που θα γίνει το αμέσως επόμενο διάστημα. Πρόσθεσε ότι στα τέλη του 2025 θα είναι δυνατή μια μείωση στους λογαριασμούς του ρεύματος, εάν επαναρχίσουν οι εργασίες για το χερσαίο τερματικό κι αν έχουμε το πλοίο.

Σε ερώτηση αν δοκιμάστηκαν οι σχέσεις Κύπρου - Ελλάδας με αφορμή το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης, απάντησε ότι είναι δυνατή η σχέση μεταξύ των δύο χωρών και ότι δεν μπορεί να κλονιστεί για ένα έργο, όσο σημαντικό κι αν είναι αυτό. Εξήγησε ότι ο φορέας υλοποίησης ανέλαβε το έργο ενώ υπήρχε ήδη συμβόλαιο και οικονομικές υποχρεώσεις που απέρρεαν από αυτό, επομένως έπρεπε να το τρέξει με την ταχύτητα που έτρεχαν οι υποχρεώσεις. «Όμως η λήψη αποφάσεων από ένα κράτος, αντιλαμβάνεστε, ακολουθεί άλλες διαδικασίες. Και αυτό δημιούργησε κάποιες συζητήσεις, αλλά όχι μεταξύ των δύο κυβερνήσεων και το αφήνω μέχρι εδώ», πρόσθεσε.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το κόστος του έργου, ανέφερε ότι αρχικά είχε υπολογιστεί στο €1,5 δισ., όμως αναπροσαρμόστηκε στο €1,9 δισ., λόγω αύξησης κόστους των υλικών κατασκευής του καλωδίου, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία. Πρόσθεσε ότι το τελικό κόστος θα καθοριστεί από τα συμβόλαια και σημείωσε ότι το ένα συμβόλαιο του €1,4 δισ., που είναι και το μεγαλύτερο, έχει ένα συν-πλην περιθώριο 5% και η εταιρεία πιστεύει ότι μπορεί να το υλοποιήσει. Εξήγησε ότι, αν υπάρξει ανάγκη για επέκταση πέραν του 5%, θα πρέπει ο φορέας υλοποίησης να αναφερθεί στους ρυθμιστές για να το δικαιολογήσει και να διεκδικήσει την αύξηση.

Όσον αφορά την απόφαση για το ενδεχόμενο συμμετοχής του κράτους στο έργο, ο κ. Παπαναστασίου είπε ότι αυτή θα ληφθεί μετά από έρευνα δέουσας επιμέλειας και αξιολόγηση του κόστους-οφέλους. Εξήγησε ότι η προσφορά για την έρευνα δέουσας επιμέλεια θα κατακυρωθεί τις επόμενες μέρες σε οίκο αξιολόγησης, προσβλέποντας σε προκαταρτικά αποτελέσματα μέχρι το τέλος Νοεμβρίου.

Σύμφωνα με τον φορέα υλοποίησης, το έργο ολοκληρώνεται στο τέλος του 2029, είπε ο Υπουργός, απαντώντας σε ερώτηση για τα χρονοδιαγράμματα. Εξήγησε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία ανέλαβε να πληρώνει €25 εκ. τον χρόνο, με οροφή τα €125 εκ. στο τέλος των πέντε χρόνων κατασκευής. Σημείωσε, επίσης, ότι «ο Κύπριος καταναλωτής θα αρχίσει να πληρώνει για τη διασύνδεση, όταν δει όφελος από τη λειτουργία της».

Όσον αφορά την ανάληψη του γεωπολιτικού ρίσκου, σημείωσε ότι τα γεωπολιτικά ρίσκα του έργου είναι διαχειρίσιμα, υπογράμμισε ότι το έργο είναι ευρωπαϊκό και εξέφρασε την πεποίθηση ότι θα υλοποιηθεί όπως προγραμματίστηκε.

Εξήγησε ότι η διαχείριση του ρίσκου γίνεται με επιχειρησιακά, οικονομικά και διπλωματικά μέσα και πρόσθεσε ότι επιχειρησιακά μέσα επιστρατεύουν οι χώρες που έχουν τη δυνατότητα. Υπογράμμισε, όμως, τη σημασία των οικονομικών μέσων, λέγοντας ότι «τα κράτη που έχουν οικονομικό ή/και γεωπολιτικό ενδιαφέρον μέσω επενδυτικών ταμείων, μπορεί να έχουν και επιχειρησιακή παρουσία και να διασφαλίσουν την υλοποίηση του έργου».