Τηλεόραση Ραδιόφωνο
Θεμιστοκλέους Ατταλίδου

Διογκώνει το αίσθημα αγανάκτησης που έχει προκαλέσει, για άλλη μία φορά στη δημόσια σφαίρα, ο ανεξάρτητος βουλευτής Ανδρέας Θεμιστοκλέους. Κάθε νέο γραφόμενό του στην προσωπική σελίδα του σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, ρίχνει κι άλλο λάδι στη νέα πολιτική φωτιά που ο ίδιος πυροδότησε εναντίον του, αλλά και στη φωτιά που μαίνεται ευρύτερα για το επίπεδο της πολιτικής, όπως και των πολιτικών που κατέχουν θέση στα έδρανα του Κοινοβουλίου ως οι εκλεκτοί/ές του λαού.

Εργολαβικά, αμέσως μετά τη θύελλα που προκάλεσε η αήθης επίθεσή του στη συνάδελφό του Αλεξάνδρα Ατταλίδου, ο Ανδρέας Θεμιστοκλέους απαντά στις εναντίον του δημόσιες τοποθετήσεις συναδέλφων του βουλευτών και βουλευτριών, αλλά και πολιτικών αρχηγών. Όχι απλώς υπεραμυνόμενος των απόψεών του, γεγονός που θα ήταν απόλυτα θεμιτό. Αλλά με ένα ορυμαγδό ανήθικων σχολίων, συνεχίζοντας μια συμπεριφορά την οποία έχει καταδικάσει η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας.

Εν αναμονή του λόγου της Επιτροπής Δεοντολογίας της Βουλής – που δεν αναμένεται ηχηρός, αφού ο Κανονισμός περιορίζει τη δυνατότητα δράσης και αντίδρασης – αλλά και του αποτελέσματος της έρευνας που διεξάγει η αρμόδια υποδιεύθυνση αντιμετώπισης ηλεκτρονικού εγκλήματος της Αστυνομίας – και ενώ ο Γενικός Εισαγγελέας αναμένει το αποτέλεσμα για να αποφασίσει κατά πόσο συντρέχουν λόγοι για να ζητηθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, εκ νέου, άρση της βουλευτικής του ασυλίας – παρακολουθούμε τον Ανδρέα Θεμιστοκλέους να επιμένει στις ύβρεις και τις χυδαιολογίες.

Δικαίωμά του, θα πουν οι ένθερμοι, ακραίοι και φανατικοί υποστηρικτές του, οι οποίοι χειροκροτούν τις ύβρεις και τις χυδαιολογίες, και ενίοτε προσθέτουν τα δικά τους ιδίου επιπέδου σχόλια, κάτω από τα δικά του. Με μία διαφορά: ότι οι υποστηρικτές του δεν είναι πολιτικοί, και δεν έχουν το βάρος της ευθύνης που ο ίδιος έχει ως εκλελεγμένος εκπρόσωπος του λαού.

Ο πολιτικός έχει ευθύνη να είναι παράδειγμα. Πολιτικής συμπεριφοράς, πολιτικού ήθους και φρόνησης.

Είναι, κατά τον Αριστοτέλη, πρώτιστο προτέρημα του πολιτικού το ήθος, το οποίο διαχωρίζει τον πολιτικό από τον πολιτικάντη (όρος δανεισμένος από την ιταλική γλώσσα, και που αποδίδεται στον πολιτικό ο οποίος μετέρχεται ευτελών μέσων για να ασκεί την εξουσία του).

Κι αν ο ίδιος ο Ανδρέας Θεμιστοκλέους ερμηνεύει με διαφορετικό τρόπο το ήθος, την πολιτική φρόνηση και συμπεριφορά, τότε είναι ευθύνη της Πολιτείας να του τα διδάξει, να τον συνετίσει προς αυτή την κατεύθυνση, και να τον τιμωρήσει ενόσω επιμένει να τα παραβιάζει. Διότι σε αυτή τη χώρα αξίζουν, επιτέλους, πολιτικοί επιπέδου και όχι… πατώματος.