Τηλεόραση Ραδιόφωνο
πολεμος ουκρανια
*Φωτογραφία αρχείου

Ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία και η κλιμάκωση της έντασης στην Ταϊβάν απασχόλησε και την προηγούμενη εβδομάδα τον διεθνή Τύπο. Ο δυτικός Τύπος σε δημοσιεύματα και αναλύσεις έθεσε υπό το μικροσκόπιο του τις κινήσεις του Πεκίνου στην διεθνή διπλωματική σκακιέρα. Παράλληλα, μετέδωσε τις τελευταίες εξελίξεις από το μέτωπο του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία.

Ο κινεζικός Τύπος, καλύπτοντας τις εξελίξεις στο ζήτημα της Ταϊβάν, εστίασε στις κινήσεις των παραγόντων που στρέφονται με ανταγωνιστικά αντανακλαστικά κατά του Πεκίνου. Στα πλαίσια αυτής της προσέγγισης, ο κινεζικός Τύπος άσκησε κριτική στην Ιαπωνία, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι το Τόκυο φέρει πυρηνικές φιλοδοξίες. Από την πλευρά του, ο ιαπωνικός Τύπος έδειξε την οπισθοχώρηση της Ρωσίας στο ζήτημα της Ουκρανίας ως μοναδική διέξοδο στην κρίση.

Ο ρωσικός Τύπος την προηγούμενη εβδομάδα εξακολούθησε να ασκεί κριτική στην Δύση και κυρίως στις ΗΠΑ για τον ρόλο τους στον πόλεμο της Ουκρανίας. Ο δε, ουκρανικός Τύπος εστίασε στο απαισιόδοξο και αισιόδοξο σενάριο για την έκβαση των εχθροπραξιών στον πόλεμο.

Οι αδυναμίες της Κίνας σύμφωνα με το δυτικό Τύπο

Το αμερικανικό περιοδικό «Foreign Affairs» στις 7 Σεπτεμβρίου δημοσίευσε το άρθρο του Cai Xia με τίτλο «Η αδυναμία του Σι Τζινπίνγκ», στο οποίο επισημαίνονται τα εξής: «Στο σημείο (που έφτασαν σήμερα οι εξελίξεις), η Κίνα μπορεί να βιώσει έναν φαύλο κύκλο. Ο Σι θα μπορούσε να αντιδράσει στην αντιληπτή αίσθηση απειλής με τη λήψη όλο και πιο τολμηρών μέτρων που θα προκαλούν ακόμη μεγαλύτερη αντίδραση. Αναζητώντας απεγνωσμένα τη λύτρωση, μπορεί ακόμη και να κάνει κάτι καταστροφικά απερίσκεπτο, όπως να επιτεθεί στην Ταϊβάν. Ο Σι μπορεί κάλλιστα να καταστρέψει κάτι που η Κίνα έχει κερδίσει κατά τη διάρκεια τεσσάρων δεκαετιών: τη φήμη της σταθερής, ικανής ηγεσίας». Στη συνέχεια του άρθρου του αμερικανικού περιοδικού αναφέρονται τα εξής: «Σε κάθε πολιτικό σύστημα, η ανεξέλεγκτη εξουσία είναι επικίνδυνη. Αποκομμένος από την πραγματικότητα και απελευθερωμένος από τον περιορισμό της συναίνεσης, ένας ηγέτης μπορεί να ενεργήσει απερίσκεπτα, εφαρμόζοντας πολιτικές που είναι απερίσκεπτες, αντιδημοφιλείς ή και τα δύο. Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, ότι το στυλ διακυβέρνησης του Σι που τα ξέρει όλα έχει οδηγήσει σε μια σειρά από καταστροφικές αποφάσεις. (Αυτές οι αποφάσεις είχαν ως αποτέλεσμα) τη δυσαρέσκεια της ελίτ (η οποία) εξαπλώνεται τώρα στο ευρύ κοινό. Σε ένα αυταρχικό κράτος, είναι αδύνατο να μετρηθεί με ακρίβεια η κοινή γνώμη, αλλά τα σκληρά μέτρα COVID του Xi μπορεί κάλλιστα να του έχουν στερήσει την υποστήριξη των περισσότερων Κινέζων.

Εν τω μεταξύ, παρά τους ισχυρισμούς του Σι ότι έχει νικήσει τη φτώχεια, οι περισσότεροι Κινέζοι συνεχίζουν να αγωνίζονται για να τα βγάλουν πέρα. Ο μόνος βιώσιμος τρόπος αλλαγής πορείας (για τον Σι), είναι ο πιο τρομακτικός και θανατηφόρος, ένας πόλεμος. Αν ο Σι επιτεθεί στην Ταϊβάν υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ο πόλεμος να μην πάει όπως έχει σχεδιαστεί και η Ταϊβάν, με την αμερικανική βοήθεια, να μπορέσει να αντισταθεί στην εισβολή και να προκαλέσει σοβαρές ζημιές στην ηπειρωτική Κίνα. Σε αυτή την περίπτωση, οι ελίτ και οι μάζες θα εγκατέλειπαν τον Σι, ανοίγοντας το δρόμο όχι μόνο για την προσωπική του πτώση, αλλά ίσως και για την κατάρρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) όπως το ξέρουμε.»

Όπως το αμερικανικό περιοδικό «Foreign Affairs» έτσι και το βρετανικό περιοδικό «Foreign Policy», την προηγούμενη εβδομάδα (7 Σεπτεμβρίου) εστίασε στις εξελίξεις που αφορούν την Κίνα, με την ανάλυση του Craig Singleton που φέρει τον τίτλο «Πώς το Πεκίνο επωφελείται από μια νέα συμφωνία με το Ιράν». Σύμφωνα με την ανάλυση, «Οι υποστηρικτές μιας νέας συμφωνίας με το Ιράν ισχυρίζονται ότι θα βάλει το ατομικό πρόγραμμα της Τεχεράνης "σε ένα κουτί", ώστε η Ουάσιγκτον και οι σύμμαχοί της να μπορέσουν επιτέλους να επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση της αυξανόμενης πολεμικής συμπεριφοράς του Πεκίνου στον Ινδο-Ειρηνικό. Όμως, μια συντομότερη, ασθενέστερη συμφωνία που ενισχύει σημαντικά τα χέρια του Ιράν θα έχει το αντίθετο αποτέλεσμα: Θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη αστάθεια τόσο στη Μέση Ανατολή όσο και στον Ινδο-Ειρηνικό, ενώ θα επιτρέψει στην Κίνα να εμβαθύνει την επιρροή της σε όλο τον Κόλπο. Ο υπολογισμός της Κίνας για το Ιράν θα αλλάξει σχεδόν σίγουρα εάν τεθεί σε ισχύ μια νέα πυρηνική συμφωνία. Απαλλαγμένη από την απειλή κυρώσεων, η Κίνα είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αυξήσει τις επενδύσεις της στο Ιράν και το εμπόριο με αυτό, εμβαθύνοντας όχι μόνο την επιρροή της εκεί αλλά και στην περιοχή. Η αυξημένη πρόσβαση της Κίνας θα γίνει πιο έντονα αισθητή σε μια χούφτα στρατηγικά σημαντικών βιομηχανιών, πολλές από τις οποίες έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην εθνική ασφάλεια.» Ο κ. Singleton προσθέτει και τα εξής: «Η αντίδραση σε μελλοντικές ιρανικές προκλήσεις θα μπορούσε να υπονομεύσει τις προσπάθειες για τη μετατόπιση ορισμένων περιφερειακών πόρων (της Δύσης) στον Ινδο-Ειρηνικό, μια περιοχή που είναι πολύ πιο σημαντική για τα ηγεμονικά συμφέροντα της Κίνας. Πράγματι, Κινέζοι μελετητές έχουν υποστηρίξει το ίδιο, σημειώνοντας ότι η αστάθεια στη Μέση Ανατολή μειώνει "την ικανότητα της Ουάσιγκτον να θέτει εστιασμένη προσοχή και πίεση στην Κίνα".

Χωρίς συνεχείς αμερικανικές δυνατότητες στον Ινδο-Ειρηνικό, η Κίνα θα μπορούσε να έχει αρκετή αυτοπεποίθηση για να διεξάγει ακόμη πιο ριψοκίνδυνες στρατιωτικές ασκήσεις από αυτές που ολοκλήρωσε πρόσφατα στα χωρικά ύδατα της Ταϊβάν και γύρω από αυτά. Με άλλα λόγια, μια αδύναμη συμφωνία με το Ιράν θα μπορούσε ταυτόχρονα να οδηγήσει σε μεγαλύτερη αστάθεια σε δύο αμφισβητούμενα θέατρα -τη Μέση Ανατολή και τον Ινδο-Ειρηνικό- ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία εξακολουθεί να μαίνεται σε ένα τρίτο.»

Την ώρα που η προσοχή του δυτικού Τύπου στρέφεται στην Κίνα, ο ευρωπαϊκός Τύπος εξακολουθεί να καλύπτει τις σημαντικές εξελίξεις στο μέτωπο της Ουκρανίας. Έτσι, στις αρχές της προηγούμενης εβδομάδας (6 Σεπτεμβρίου), η αγγλόφωνη υπηρεσία του γαλλικού ενημερωτικού δικτύου «France 24» μετέδωσε το δημοσίευμα που έφερε τον τίτλο «Το κόμμα του Πούτιν επιδιώκει ψηφοφορίες για την προσάρτηση κατεχόμενων ουκρανικών εδαφών». Σύμφωνα με το γαλλικό δημοσίευμα «Το κυβερνών κόμμα "Ενωμένη Ρωσία" του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν πρότεινε τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων στις 4 Νοεμβρίου για την προσάρτηση εδαφών που κατέλαβαν οι δυνάμεις της Μόσχας στην Ουκρανία. "Θα ήταν σωστό και συμβολικό" να διεξαχθούν οι ψηφοφορίες στις 4 Νοεμβρίου, την Ημέρα Εθνικής Ενότητας της Ρωσίας, δήλωσε ο γενικός γραμματέας του κόμματος Andrey Turchak στον ιστότοπό του. Μετά τις ψηφοφορίες, είπε, "το Ντονέτσκ, το Λουγκάνσκ και πολλές άλλες ρωσικές πόλεις θα επιστρέψουν επιτέλους στο λιμάνι της πατρίδας τους. Και ο ρωσικός κόσμος, που τώρα χωρίζεται από επίσημα σύνορα, θα ανακτήσει την ακεραιότητά του"».

Την προηγούμενη εβδομάδα, η γερμανική εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine», με τίτλο «Η πυρηνική ενέργεια πρέπει να έχει συνέχεια», εστίασε σε μια άλλη διάσταση του πολέμου στην Ουκρανία, στην ενεργειακή. Σε παρέμβαση του Christian Geinitz που δημοσιεύτηκε στις 7 Σεπτεμβρίου, αναφέρονται τα εξής: «Το τεστ αντοχής στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας τεντώνει τα νεύρα του (γερμανικού κυβερνητικού) συνασπισμού. Ενώ ο υπουργός Οικονομίας Robert Habeck (Πράσινοι) παρουσίασε τα σενάρια για τον χειμώνα, ο υπουργός Οικονομικών και επικεφαλής του FDP Christian Lindner τάχθηκε υπέρ μιας πραγματικής παράτασης της διάρκειας ζωής των τριών τελευταίων πυρηνικών σταθμών. Ο Habeck, ωστόσο, απέρριψε κατηγορηματικά αυτή την ιδέα.» Στην συνέχεια, ο κ. Geinitz σημειώνει τα εξής: «Ο υπουργός υποδηλώνει ότι θέτει την ασφάλεια του εφοδιασμού σε πρώτο πλάνο. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, οι όροι για την ανάπτυξη της (ενεργειακής) εφεδρείας είναι τόσο περίπλοκοι που μάλλον το σχέδιο δεν πρόκειται να γίνει πραγματικότητα. Ούτε οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς είναι ευχαριστημένοι (με το σχέδιο). (Οι ίδιοι) είναι της γνώμης ότι οι πυρηνικές ικανότητες πρέπει όχι μόνο να παραμένουν σε ετοιμότητα, αλλά και να συνδέονται τακτικά με το δίκτυο, ώστε να είναι σε θέση να αντιδράσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Κριτική προέρχεται επίσης από τις τάξεις των οικονομικών εμπειρογνωμόνων. Από κομματικοπολιτική άποψη, ο Habeck και οι Πράσινοι του προσεγγίζουν το θέμα έξυπνα. Παρουσιάζονται ως εξίσου άκαμπτοι και κρατικιστές, όπως στην περίπτωση των παραδόσεων όπλων στην Ουκρανία, αλλά στην πραγματικότητα θάβουν την πυρηνική ενέργεια, όπως πάντα ήθελαν. Το σχέδιο μπορεί να λειτουργήσει υπέρ του πράσινου περιβάλλοντος, αλλά από την άποψη της ενεργειακής και οικονομικής πολιτικής ο επιλεγμένος δρόμος είναι παράλογος. Αυτό αποδεικνύεται από τις πολλές αντιφάσεις στην επιχειρηματολογία του ίδιου του Habeck.»

Η κριτική του κινεζικού Τύπου στην Ιαπωνία

Ο κινεζικός Τύπος που το τελευταίο διάστημα έχει στραμμένη την προσοχή του στις εξελίξεις που αφορούν την Ταϊβάν, παράλληλα με την ένταση στα ανοιχτά των παραλίων της χώρας εστιάζει και σε άλλες πηγές αντιπαράθεσης. Την προηγούμενη εβδομάδα, η αγγλόφωνη κινεζική εφημερίδα «China Daily» σε άρθρο γνώμης του Zhang Yunbi με τίτλο «Η Ιαπωνία χρησιμοποιεί το τέχνασμα του θύματος της ατομικής βόμβας για να πραγματοποιήσει τον πυρηνικό της στόχο», άσκησε κριτική στην στρατηγική που ακολουθεί η Ιαπωνία. Στο άρθρο που δημοσιεύτηκε στις 8 Σεπτεμβρίου, ο κ. Yunbi έγραψε τα εξής: «Μια σειρά από δηλώσεις και έγγραφα που υπέβαλε πρόσφατα η Ιαπωνία έφεραν στο προσκήνιο την υποκριτική πολιτική της χώρας όσον αφορά τα πυρηνικά όπλα. Και δεδομένων των προσπαθειών της Ιαπωνίας να υποβαθμίσει το μιλιταριστικό της παρελθόν και αντ' αυτού να τονίσει το γεγονός ότι είναι το μοναδικό θύμα πυρηνικής επίθεσης η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να εξετάσει πιο προσεκτικά το πυρηνικό της πρόγραμμα. Οι Ιάπωνες πολιτικοί εδώ και χρόνια λένε ότι η ανάπτυξη πυρηνικών όπλων των ΗΠΑ στην Ιαπωνία δεν πρέπει να αποτελεί θέμα ταμπού. Η Ιαπωνία δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ, ούτε κράτος με πυρηνικά όπλα. Έτσι, αν συνάψει συμφωνία κοινής χρήσης πυρηνικών όπλων με άλλη χώρα, θα επιφέρει τεράστιο πλήγμα στη στρατηγική σταθερότητα στην Ανατολική Ασία και πέραν αυτής.»

Ο κ. Yunbi αναφέρει και τα εξής: «Η διπρόσωπη πυρηνική πολιτική της ιαπωνικής κυβέρνησης μας υπενθυμίζει πόσο κενό γράμμα είναι ο ισχυρισμός της για την οικοδόμηση "ενός κόσμου χωρίς πυρηνικά όπλα". Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έριξαν ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι το 1945 ήταν μια πρωτοφανής τραγωδία. Αλλά οι ΗΠΑ το έκαναν επειδή η φασιστική Ιαπωνία αρνήθηκε να παραδοθεί στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι Ιάπωνες ηγέτες δεν έχουν ζητήσει συγγνώμη για το μιλιταριστικό παρελθόν της χώρας τους. Η υιοθέτηση διπλών προτύπων σε θέματα όπως τα πυρηνικά όπλα είναι στην πραγματικότητα ένα παιχνίδι με τη φωτιά. Οι ΗΠΑ έχουν κλείσει τα μάτια στο σκοτεινό παρελθόν της Ιαπωνίας, ζητώντας την κοινή χρήση πυρηνικών όπλων, επειδή είναι αποφασισμένες να χειραγωγήσουν την κατάσταση για να εκπληρώσουν τον στόχο της στρατιωτικής τους κυριαρχίας. Αλλά στα μάτια γειτόνων όπως η Κίνα, η πυρηνική φιλοδοξία της Ιαπωνίας αποτελεί προσβολή για τις χώρες που υπέστησαν φρικαλεότητες από την Ιαπωνία πριν και κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.»

Η αγγλόφωνη έκδοση της ιαπωνικής εφημερίδας «Asahi Shimbun» σε κύριο άρθρο με τίτλο «Η αποχώρηση της Ρωσίας από την Ουκρανία είναι ο μόνος τρόπος για να τερματιστεί αυτός ο παράλογος πόλεμος» που ήταν δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα της εφημερίδας στις 9 Σεπτεμβρίου, επικεντρώθηκε στην μετεξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία. Το κύριο άρθρο της εφημερίδας αναφέρει τα εξής: «Δεν υπάρχουν ακόμη ενδείξεις ότι αυτός ο πόλεμος θα τελειώσει σύντομα. Αυτός ο πόλεμος είναι αρκετά μοναδικός υπό την έννοια ότι ξεκίνησε από ένα μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο φέρει ιδιαίτερη ευθύνη σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ. Εισβάλλοντας στην Ουκρανία για να επεκτείνει την επικράτειά της, η Ρωσία όχι μόνο επιδείκνυε την πυρηνική της ικανότητα, αλλά και κλόνισε την παγκόσμια τάξη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο από τα θεμέλιά της. Εάν αυτή η κατάφωρη επιθετική πράξη αφεθεί να δημιουργήσει προηγούμενο, αυτό θα αφήσει ένα τεράστιο πρόβλημα για την παγκόσμια ασφάλεια στο μέλλον. Το γεγονός ότι πολλά έθνη υποστηρίζουν την Ουκρανία με τους δικούς τους τρόπους αποκαλύπτει την αίσθηση βαθιάς κρίσης.» Σύμφωνα με την ιαπωνική εφημερίδα «Μόνο η Ρωσία μπορεί να τερματίσει αυτή την τραγωδία και μόνο η Ρωσία είναι υπεύθυνη γι' αυτήν. Απαιτούμε άμεση κατάπαυση του πυρός και αποχώρηση των στρατευμάτων από την Ουκρανία.»

Ο ρωσικός και ουκρανικός Τύπος

«Οι Ευρωπαίοι πιστεύουν ότι ο Πούτιν τους νίκησε» είναι ο τίτλος του άρθρου γνώμης της Victoria Nikiforova, το οποίο δημοσιεύτηκε από το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων «Ria Novosti» στις 9 Σεπτεμβρίου. Η κ. Nikiforova στο άρθρο της αναφέρει τα εξής: «Όλους (τους Ευρωπαίους πολίτες) τους ενώνει ο φόβος τους για το τι θα συμβεί το χειμώνα. Δεν είναι σαφές πώς θα πληρωθούν οι "δημόσιες υπηρεσίες κοινής ωφέλειας", πώς θα αγοραστούν τρόφιμα και φάρμακα, πώς θα αντιμετωπιστεί ο πληθωρισμός ρεκόρ, αν οι μισθοί δεν αυξάνονται. Επιπλέον, δεν είναι σαφές τι πρέπει να γίνει όταν οι επιχειρήσεις πτωχεύουν και οι μισθοί σταματούν να καταβάλλονται. Η εκδοχή που έχει επιβληθεί με τη βία από τις ελίτ ότι φταίει ο (Βλαντίμιρ) Πούτιν δεν λειτουργεί πλέον. Αρχικά φαινόταν ανόητο, και τώρα που η Ρωσία έχει επανειλημμένα αποδείξει την καλή της θέληση και την προθυμία της να διαπραγματευτεί (πάρτε για παράδειγμα τη συμφωνία για τα σιτηρά) έχει ξεμείνει από δυνάμεις. Οι Ευρωπαίοι βλέπουν ότι οι αντιρωσικές κυρώσεις τους πλήττουν περισσότερο από ό,τι τους Ρώσους. Αυτό δεν δημιουργεί απλώς μια "κρίση κόστους ζωής", όπως ονομάζεται ντροπιαστικά η μαζική φτωχοποίηση της Ευρώπης. Απειλεί να βυθίσει τον Παλαιό Κόσμο σε μια ύφεση από την οποία δεν θα μπορέσει να ανακάμψει για δεκαετίες.» Στην συνέχεια η Ρωσίδα αρθρογράφος προσθέτει τα εξής: «Οι Ευρωπαίοι ξυπνούν και, ως επί το πλείστον, αρχίζουν να καταλαβαίνουν ότι η Ουάσιγκτον δεν είναι γι' αυτούς προστάτης, ούτε ένας καλός Αμερικανός θείος με ένα πορτοφόλι γεμάτο δολάρια, αλλά ένας επικίνδυνος, αδίστακτος και εξαιρετικά σκληρός εχθρός. Δεν σταματά στη λεηλασία και τη δολοφονία και οι πολιτικές του θυμίζουν έντονα το θλιβερό παρελθόν της Ευρώπης, το οποίο φαινόταν να έχει ξεπεράσει με επιτυχία. Η απαλλαγή από τις ψευδαισθήσεις, η παραδοχή ότι ένας Αμερικανός εταίρος είναι εχθρός σας, είναι μια δύσκολη και χρονοβόρα διαδικασία. Υπάρχει η αίσθηση ότι αυτή η κατανόηση θα γίνει σταδιακά αντιληπτή από όλους τους Ευρωπαίους. Εξάλλου, ούτε εμείς στη Ρωσία καταλάβαμε τα πάντα αμέσως.»

«Όταν τελειώσει ο πόλεμος» είναι ο τίτλος του άρθρου γνώμης του Viktor Andrusiv που δημοσιεύτηκε στην ουκρανική εφημερίδα «Gazeta» στις 7 Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, «Το αισιόδοξο σενάριο (για το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία) υποθέτει ότι την άνοιξη θα δούμε πολλές χειρονομίες "καλής θέλησης" και την έναρξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας»: «Αυτό θα συνοδευτεί από την παύση των εχθροπραξιών και την απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων από ορισμένα κατεχόμενα εδάφη. Οι ειρηνευτικές συνομιλίες θα ολοκληρωθούν περίπου τον Μάιο. Η Ρωσία θα εγκαταλείψει τις απαιτήσεις της αποναζιστικοποίησης και της ανακατάληψης του εδάφους του Ντονμπάς, θα αναλάβει την ευθύνη για την αποκατάσταση της Ουκρανίας με την άρση των κυρώσεων. Η Ουκρανία θα αρνηθεί να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Το Ντονμπάς και η Κριμαία δεν θα συζητηθούν. Βασική προϋπόθεση για αυτό το σενάριο είναι να προκληθεί σημαντική ζημία στις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου από τις κυρώσεις που θα αρχίσουν τον Δεκέμβριο. Αυτό θα καταστεί δυνατό, μεταξύ άλλων, εάν η Ινδία και η Κίνα αλλάξουν τη θέση τους σχετικά με την αγορά ρωσικών ενεργειακών πόρων. Αν τον Ιανουάριο ο Πούτιν δει ότι οι οικονομικές του προοπτικές βρίσκονται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, η διεξαγωγή πολέμου θα αρχίσει να χάνει το νόημά της.»

Ο κ. Andrusiv περιγράφει το απαισιόδοξο σενάριο για το μέλλον του πολέμου ως εξής: «Η Κίνα και η Ινδία θα στηρίξουν τον Πούτιν και τα οικονομικά του θα είναι μια χαρά. Όμως η στήριξη αυτή θα είναι βραχύβια, καθώς την άνοιξη θα αρχίσει μια σοβαρή ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας και οι τιμές της ενέργειας θα εξακολουθήσουν να πέφτουν. Ο Πούτιν θα χρησιμοποιήσει τον χειμώνα για να μεγιστοποιήσει τη συσσώρευση νέων δυνάμεων και θα τις ρίξει στη μάχη τον Μάρτιο-Απρίλιο. Οι δυνάμεις αυτές δεν θα μπορέσουν να παρουσιάσουν αποτελέσματα, αλλά οι έντονες μάχες θα διαρκέσουν μέχρι τον Ιούλιο-Αύγουστο, μέχρι να επαναληφθεί η κατάσταση του τρέχοντος έτους. Τότε ο Πούτιν θα πρέπει να κάνει χειρονομίες καλής θέλησης και να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, οι οποίες θα ολοκληρωθούν περίπου τον Οκτώβριο. Επομένως, αισιόδοξα - Μάιος, απαισιόδοξα - Οκτώβριος.»