Ο Καναδάς ανακοίνωσε την ακύρωση του φόρου ψηφιακών υπηρεσιών που στόχευε τεχνολογικούς γίγαντες όπως η Google, η Apple, η Meta, η Amazon και η Microsoft, μετά από πιέσεις του πρώην Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Η απόφαση ελήφθη με την ελπίδα να επανεκκινήσουν οι εμπορικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών, που είχαν διακοπεί αιφνιδιαστικά από την Ουάσιγκτον.
Ο υπουργός Οικονομικών του Καναδά, Φρανσουά-Φιλίπ Σαμπάν, ανακοίνωσε την Κυριακή ότι η κυβέρνηση προχωρά στην ακύρωση του ΦΨΥ, ενόψει της προσπάθειας για επίτευξη διμερούς συμφωνίας με τις ΗΠΑ μέχρι τις 21 Ιουλίου. Η συγκεκριμένη φορολόγηση αφορούσε εταιρείες με παγκόσμιο τζίρο άνω του 1,1 δισ. καναδικών δολαρίων και με έσοδα στον Καναδά άνω των 20 εκατομμυρίων.
Την Παρασκευή, ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε πως αποσύρεται από τις συνομιλίες για το εμπόριο, ισχυριζόμενος ότι ο καναδικός φόρος αποτελεί «άμεσο και προφανές πλήγμα» κατά των αμερικανικών συμφερόντων. Προειδοποίησε πως κάθε διαπραγμάτευση θα διακοπεί αν ο νόμος τεθεί σε εφαρμογή, όπως ήταν προγραμματισμένο, στις 30 Ιουνίου.
Η απόφαση της Οτάβας αναδεικνύει τη δυσκολία μικρότερων οικονομιών να φορολογήσουν εταιρείες που εκμεταλλεύονται τη φύση της ψηφιακής οικονομίας για να αποφεύγουν τη φορολόγηση. Αν και στόχος της καναδικής πολιτικής ήταν να διασφαλίσει δίκαιη συμμετοχή των πολυεθνικών στα δημόσια έσοδα, η πίεση από την Ουάσιγκτον και οι εμπορικές απειλές ανέτρεψαν τον σχεδιασμό.