Τηλεόραση Ραδιόφωνο

Σε αναβάθμιση των αξιολογήσεων των μακροπρόθεσμων καταθέσεων τόσο της Τράπεζας Κύπρου όσο και της Ελληνικής Τράπεζας σε Ba2, από Ba3, προχώρησε ο οίκος Moody's Investors Service, διατηρώντας παράλληλα θετικές τις προοπτικές των καταθέσεων, κάτι που σημαίνει νέα αναβάθμιση στο μέλλον.  

Ταυτόχρονα, ο Moody's αναβάθμισε τις Βασικές Πιστωτικές Αξιολογήσεις (BCA) των δύο τραπεζών σε b1, από b2.

Ο αμερικανικός οίκος τονίζει πως ο κύριος λόγος για τη σημερινή αναβάθμιση των αξιολογήσεων των δύο τραπεζών είναι «η ανθεκτικότητα της κυπριακής οικονομίας, η οποία υποστηρίζει τις συνθήκες λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος», όπως αναφέρει, προσθέτοντας ότι αυτό τον οδήγησε να αναβαθμίσει το μακροπρόθεσμο προφίλ της Κύπρου σε «Μέτριο-», από «Αδύναμο+».

Σύμφωνα με τον Moody's, η κυπριακή οικονομία έχει δείξει μια ισχυρότερη από το αναμενόμενο ανθεκτικότητα στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και έχει ανακάμψει αρκετά καλά από το σοκ της που προκάλεσε η πανδημία, χωρίς μόνιμη ζημιά, καθώς οι υπηρεσίες που δεν σχετίζονται με τον τουρισμό, και τα μέτρα στήριξης των κυπριακών αρχών «σταθεροποίησαν την οικονομία και μετρίασαν τον αντίκτυπο του σοκ».

Ο Moody's αναμένει ότι η κυπριακή οικονομία θα αναπτυχθεί 4,8% φέτος και 2% το 2023, ποσοστό που είναι υψηλότερο από τον μέσο όρο ανάπτυξης της Ευρωζώνης που είναι 2,2% το 2022 και 0,9% το 2023. Ο οίκος αναφέρει πως οι προοπτικές ανάπτυξης της Κύπρου παραμένουν σταθερές και εκτιμά ότι η ανάπτυξη του δυνητικού ΑΕΠ θα κυμανθεί μεταξύ 2,5 - 3,0%.

Επίσης, αναφέρει ότι το υψηλότερο μακροοικονομικό προφίλ της Κύπρου υποδηλώνει μικρότερους «καθοδικούς κινδύνους» και σοβαρές ζημιές για τις κυπριακές τράπεζες.

Ο Moody's τονίζει ότι οι θετικές προοπτικές για τις δύο τράπεζες αντανακλούν την προσδοκία του «ότι οι τράπεζες θα ενισχύσουν την κερδοφορία τους, στο πλαίσιο ενός περιβάλλοντος υψηλότερων επιτοκίων, και θα συνεχίσουν να βελτιώνουν την ποιότητα του ενεργητικού τους», παρά το ενδεχόμενο δημιουργίας νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και ένα δυνητικά υψηλότερο απόθεμα κεφαλαίων ασφαλείας (μέσω εκδόσεων περισσότερων junior), καθώς βελτιώνεται η βεβαιότητα σε σχέση με τις μελλοντικές εκδόσεις χρέους.

«Το λειτουργικό περιβάλλον έχει αποδειχθεί πιο ανθεκτικό και οι πιστωτικοί κίνδυνοι υποχωρούν σταδιακά», γεγονός που οδηγεί τον οίκο Moody's να αναμένει λιγότερες ζημίες για τις κυπριακές τράπεζες σε ενδεχόμενο αποτυχίας.

Αναφορικά με την Τράπεζα Κύπρου, που αποτελεί την μεγαλύτερη τράπεζα της Κύπρου, ο Moody's τονίζει πως το υψηλότερο BCA «αντικατοπτρίζει τους μειωμένους κινδύνους για το πιστωτικό προφίλ της τράπεζας, λόγω της ανθεκτικότητας της κυπριακής οικονομίας, αλλά και των συνεχών βελτιώσεων της ποιότητας του ενεργητικού της τράπεζας».

Ο αμερικανικός οίκος υπενθυμίζει ότι η τράπεζα κατάφερε να βελτιώσει σημαντικά την ποιότητα του ενεργητικού της, ως αποτέλεσμα οργανικών και μη οργανικών ενεργειών, με τα ΜΕΔ να μειώνονται σε 5,7% των ακαθάριστων δανείων τον Ιούνιο του 2022, από 25% στο τέλος του 2020, ενώ η τράπεζα διατήρησε ένα σταθερό δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών, κατηγορίας 1 (CET1) 14,2%, μετά την τελευταία πώληση ΜΕΔ, και πρόγραμμα εθελοντικής αποχώρησης προσωπικού.

«Η προοπτική κερδοφορίας της τράπεζας έχει επίσης ενισχυθεί, υποστηριζόμενη από το περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων και τις πρωτοβουλίες της τράπεζας για μείωση του κόστους», υπογραμμίζει.

Επιπλέον, ο Moody's  αναφέρει ότι η θετική προοπτική για τις μακροπρόθεσμες καταθέσεις και τις αξιολογήσεις μη εξασφαλισμένου χρέους αντικατοπτρίζουν την προσδοκία του ότι τα ΜΕΔ και τα δεσμευμένα ακίνητα θα συνεχίσουν την πτωτική τους πορεία και η κερδοφορία θα ενισχυθεί περαιτέρω, υποστηριζόμενη από το περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων και τις πρωτοβουλίες μείωσης του κόστους.

Ο αμερικανικός οίκος αναμένει ότι η κερδοφορία της Τράπεζας Κύπρου θα επωφεληθεί από τις αυξήσεις των επιτοκίων στις οποίες προβαίνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καθώς τα σημαντικά ταμειακά διαθέσιμα που διατηρεί η τράπεζα στην Κεντρική Τράπεζα (περίπου 9,9 δισ. ευρώ ή 38% του ενεργητικού τον Ιούνιο του 2022 ) θα ανατιμηθούν άμεσα.

Ως αποτέλεσμα, η τράπεζα αναμένει ότι η απόδοση ιδίων κεφαλαίων θα ανέλθει πέραν του 10% το 2023, δύο χρόνια νωρίτερα από ό,τι αναμένεται από το πλάνο της, προσθέτει.

Ελληνική Τράπεζα

Αναφορικά με την Ελληνική Τράπεζα, που αποτελεί την δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Κύπρου, ο Moody's αναφέρει ότι το υψηλότερο BCA αντανακλά τους μειωμένους κινδύνους σε σχέση με το πιστωτικό προφίλ της τράπεζας, λόγω της ανθεκτικότητας της κυπριακής οικονομίας, αλλά και τις συνεχεία βελτίωσης της ποιότητας του ενεργητικού της.

Προσθέτει ότι η φερεγγυότητα της Ελληνικής Τράπεζας επωφελείται από τα σταθερά κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας που διαθέτει, με δείκτη κεφαλαίου CET1 19,6% τον Ιούνιο του 2022 αλλά και από τη σημαντική μείωση στα προβληματικά δάνειά, με τα ΜΕΔ να αντιπροσωπεύουν το 10,2% των ακαθάριστων δανείων της ή το 3,6 %, εξαιρουμένων των ΜΕΔ που φέρουν την εγγύηση της Κυβέρνησης.

Αναφέρει επίσης ότι η προοπτική κερδοφορίας της τράπεζας έχει ενισχυθεί, υποστηριζόμενη από το περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων και τις συνεχιζόμενες πρωτοβουλίες της τράπεζας για εξορθολογισμό του κόστους.

Σύμφωνα με τον Moody's, οι θετικές προοπτικές στις αξιολογήσεις της τράπεζας αντικατοπτρίζουν την προσδοκία του ότι η κερδοφορία της Ελληνικής Τράπεζας θα επωφεληθεί από τα υψηλότερα επιτόκια, δεδομένων των μεγάλων υπολοίπων που διαθέτει με την ΕΚΤ, περίπου 6,9 δισ. ευρώ μέχρι τον Ιούνιο του 2022, ποσό που ισοδυναμεί με το 36% του συνολικού ενεργητικού της, το οποίο θα ανατιμηθεί αμέσως, όπως σημειώνει, μετά από οποιανδήποτε νέα αύξηση των επιτοκίων.

Πιο σταδιακά, όπως αναφέρει ο Moody’s, η επένδυση του μεγάλου χαρτοφυλακίου ομολόγων της, που ανέρχεται σε 24% του ενεργητικού της τράπεζας, θα αυξήσει επίσης τα καθαρά έσοδα από τόκους, καθώς τα ομόλογα που λήγουν επενδύονται σε ομόλογα υψηλότερης απόδοσης με παρόμοιας ποιότητας πιστωτικό προφίλ, ενώ οι καταθέσεις θα ανατιμηθούν πιο αργά και λιγότερο, δεδομένης της πλεονάζουσας ρευστότητας που διαθέτει η τράπεζα.

Τέλος, ο Moody's αναφέρει πως η Ελληνική Τράπεζα εκτιμά ότι τα καθαρά έσοδα από τόκους θα αυξηθούν πέραν από €130 εκατ. (ή περίπου 0,7% του ενεργητικού, προ φόρων) από το 2023 και μετά.