Τηλεόραση Ραδιόφωνο Podcasts
98

Στην Ταϊλάνδη καλλιεργούνται πάνω από 200 ποικιλίες μάνγκο. Ωστόσο, όταν πρόκειται για το παραδοσιακό ταϊλανδέζικο επιδόρπιο khao nieow mamuang — γνωστό παγκοσμίως ως mango sticky rice — οι ειδικοί λένε πως λίγες μόνο ποικιλίες είναι κατάλληλες για να πετύχει το τέλειο αποτέλεσμα.

Το mango sticky rice είναι ένα από τα πιο φημισμένα γλυκά της Ταϊλάνδης. Το κατάστημα K. Panich σερβίρει το πιάτο αυτό στην Μπανγκόκ από το 1932, διατηρώντας μια μακρόχρονη παράδοση ποιότητας και γεύσης. Το γλυκό μοιάζει απλό: φέτες ώριμου, γλυκού μάνγκο συνοδεύονται από ένα βουναλάκι κολλώδους ρυζιού, καλυμμένο με κρεμώδη σάλτσα καρύδας και λίγα τραγανά κίτρινα φασόλια mung.

Όταν φτιαχτεί σωστά, το αποτέλεσμα είναι μαγικό — ένας τέλειος συνδυασμός γεύσεων και υφών. Και ελάχιστοι έχουν τελειοποιήσει αυτή την ισορροπία όσο η 63χρονη Varee Jeensuwan, γνωστή ως «η βασίλισσα του mango sticky rice» στην Μπανγκόκ. Το κατάστημά της, Mae Varee, λειτουργεί από το 1981 στην πολυσύχναστη περιοχή Thonglor.

«Το καλύτερο επιδόρπιο του καλοκαιριού στην Ταϊλάνδη είναι το mango sticky rice», λέει η Varee στο CNN. «Η καλύτερη εποχή για να το απολαύσει κανείς είναι από Μάρτιο έως Μάιο — τα μάνγκο είναι φυσικά γλυκά και άφθονα, ενώ και το ρύζι είναι φρέσκο και αρωματικό».

Η πιο δημοφιλής ποικιλία μάνγκο για το πιάτο είναι το nam dok mai, με γλυκιά γεύση και απαλή υφή. Κάποιες από τις καλύτερες καλλιέργειες βρίσκονται στην επαρχία Chacheonseo. Άλλη αγαπημένη ποικιλία είναι το Oak Rong, το οποίο προέρχεται από την περιοχή Damnoen Saduak στην επαρχία Ratchaburi, και είναι γνωστό κυρίως στους ντόπιους.

Παρόλο που το μάνγκο είναι ο «πρωταγωνιστής», η Varee τονίζει ότι κάθε συστατικό είναι εξίσου σημαντικό. Το ρύζι προέρχεται από την Chiang Rai στα βόρεια, η καρύδα από τη νότια επαρχία Suratthani, ενώ τα φασόλια mung ψήνονται (και όχι τηγανίζονται), για να δώσουν μια διακριτική τραγανή υφή. Ακόμα και το αλάτι που χρησιμοποιούν στη σάλτσα προέρχεται από την παραθαλάσσια επαρχία Samut Sakorn.

Οι πελάτες της Mae Varee προέρχονται από όλο τον κόσμο. «Οι περισσότεροι ξένοι πελάτες μου έρχονται από Κίνα, Χονγκ Κονγκ και Σιγκαπούρη», λέει η Varee. «Όταν έρχονται, κάνουν check-in μπροστά στο μαγαζί στα social media. Μου λένε πως αν δεν φάνε mango sticky rice εδώ, είναι σαν να μην ήρθαν ποτέ στην Ταϊλάνδη».

Το φαινόμενο “Milli”

Η αγάπη των Ταϊλανδών για το mango sticky rice απογειώθηκε το 2022, όταν η νεαρή ράπερ Milli (Danupha Khanatheerakul) εμφανίστηκε στο φεστιβάλ Coachella και έκλεισε τη συναυλία της τρώγοντας ένα μπολ με mango sticky rice επί σκηνής.

Η σκηνή αυτή προκάλεσε «έκρηξη» δημοτικότητας για το πιάτο στην Ταϊλάνδη. Στην Μπανγκόκ, φωτογραφίες στα social media έδειχναν καταστήματα να κατακλύζονται από παραγγελίες, με δεκάδες οδηγούς delivery να περιμένουν απ’ έξω.

Ανάμεσα σε εκείνους που επωφελήθηκαν από το φαινόμενο ήταν και το ιστορικό K. Panich. Βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από το Βασιλικό Παλάτι και έχει βραβευτεί με το Bib Gourmand του οδηγού Michelin κάθε χρόνο από το 2019. Η υπεύθυνη του καταστήματος, Khun Nan, τονίζει ότι το μυστικό της επιτυχίας τους είναι η ποιότητα των πρώτων υλών.

Από τη λαϊκή παράδοση στα γκουρμέ μενού

Παρόλο που είναι κλασικό street food, το mango sticky rice συναντάται και σε πολυτελή εστιατόρια, πολλές φορές με μοντέρνες πινελιές. Το βραβευμένο με δύο αστέρια Michelin εστιατόριο R-Haan στην Μπανγκόκ, για παράδειγμα, σερβίρει την εκδοχή Home Sweet Home — ένα parfait με τρεις ποικιλίες μάνγκο, sticky rice και παγωτό καρύδας.

Σύμφωνα με τον συνιδιοκτήτη και σεφ του R-Haan, Chumpol Jangprai, το mango sticky rice εμφανίζεται ήδη από την ύστερη περίοδο του βασιλείου της Ayutthaya (1351–1767), ενώ επίσημες συνταγές αναφέρονται από την εποχή του βασιλιά Ράμα Ε΄ (1868–1910), με το khao niew moon (κολλώδες ρύζι στον ατμό με γλυκό γάλα καρύδας) να συνοδεύεται από διάφορα φρούτα — μεταξύ αυτών και το μάνγκο, που αν και δεν είναι γηγενές στην Ταϊλάνδη, καλλιεργείται εκεί για αιώνες.

«Το mango sticky rice ίσως να μην είναι αρχαίο γλυκό, αλλά αντικατοπτρίζει τη δημιουργικότητα και την εξέλιξη της ταϊλανδέζικης κουζίνας», λέει ο Chumpol. «Είναι ένα υπέροχο παράδειγμα του πώς συνδυάζονται η παράδοση και τα διαθέσιμα υλικά, με γευστικά αποτελέσματα που κατακτούν τον κόσμο».

Πηγή: CNN