Τηλεόραση Ραδιόφωνο
1

Την εκπόνηση αναθεωρημένης Μελέτης Χωροθέτησης του προτεινόμενου έργου δημιουργίας χερσαίων και λιμενικών εγκαταστάσεων για εξυπηρέτηση των υδατοκαλλιεργητών στην περιοχή Μονής – Βασιλικού, με σκοπό την εξέταση και των επικαιροποιημένων επιστημονικών δεδομένων για τη σημασία της περιοχής για το είδος προτεραιότητας Monachus monachus, εισηγείται η Ελεγκτική Υπηρεσία, σε ειδική έκθεση που δημοσίευσε τη Δευτέρα.

Η ΕΥ εισηγείται επίσης την αναθεώρηση/συμπλήρωση της Έκθεσης Προελέγχου, ώστε να καταγράφονται πλήρως τεκμηριωμένα συμπεράσματα, στη βάση επιστημονικών δεδομένων, για τις πιθανές επιπτώσεις (άμεσες, έμμεσες, σωρευτικές) και τη σημαντικότητά τους και να είναι πλήρως κατανοητό εάν η διαδικασία εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον θα πρέπει να περιλαμβάνει και διαδικασία Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης.

Σύμφωνα με την έκθεση, η Ελεγκτική Υπηρεσία διεξήγαγε έλεγχο ύστερα από καταγγελία που αφορούσε στη χωροθέτηση προτεινόμενου έργου σχετικά με τη δημιουργία χερσαίων και λιμενικών εγκαταστάσεων για εξυπηρέτηση των υδατοκαλλιεργητών στην περιοχή Μονής – Βασιλικού, ιδιοκτησία του Τμήματος Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών (ΤΑΘΕ), στην Κοινότητα Πεντακώμου της Επαρχίας Λεμεσού, καθώς και την οριοθέτηση του προτεινόμενου Τόπου Κοινοτικής Σημασίας (πΤΚΣ) «Άγιος Γεώργιος Αλαμάνου».

Συμπληρώνεται ότι σκοπός του ελέγχου ήταν η εξέταση των κριτηρίων βάση των οποίων αποφασίστηκε, από το Τμήμα Περιβάλλοντος (ΤΠ) και το ΤΑΘΕ, ως αρμόδιες Αρχές, η επιλογή της συγκεκριμένης περιοχής για τη χωροθέτηση του έργου, των λόγων για τους οποίους αυτό δεν υποβλήθηκε σε Δέουσα Εκτίμηση/Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση (ΕΟΑ) και για το γεγονός ότι ο πΤΚΣ «Άγιος Γεώργιος Αλαμάνου» έχει μικρότερο μήκος από αυτό που προτάθηκε από Μη Κυβερνητική Οργάνωση (ΜΚΟ), μέλος της Ad Hoc Επιτροπής της Περιβαλλοντική Αρχής και μέλος της αρμόδιας Επιστημονικής Επιτροπής, καθώς και κατά πόσο ο καθορισμός του χερσαίου και θαλάσσιου ορίου του πΤΚΣ, από το ΤΑΘΕ, στα ανατολικά, βασίστηκε αποκλειστικά σε οικολογικά κριτήρια.

Σημειώνεται ότι για το εν λόγω έργο προκηρύχθηκε σχετικός διαγωνισμός από το Τμήμα Δημοσίων Έργων την 1.3.2024, με εκτιμώμενη αξία €34 εκ. πλέον ΦΠΑ.

Επισημαίνεται επίσης ότι η περιβαλλοντική εκτίμηση είναι μία διαδικασία που διασφαλίζει ότι, προτού ληφθούν αποφάσεις, λαμβάνονται υπόψη οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις τους, ενώ σκοπός της Δέουσας Εκτίμησης είναι να διασφαλίσει την προστασία και την ακεραιότητα των περιοχών του Δικτύου «Natura 2000», με τη Μελέτη ΕΟΑ να αποτελεί μέρος της πληροφόρησης και των στοιχείων που έχει ενώπιόν της η Περιβαλλοντική Αρχή για την αξιολόγηση έργων ή σχεδίων στο πλαίσιο αυτό.

Σύμφωνα με την έκθεση της ΕΥ, για την οποία, όπως αναφέρει, προέβη στη μίσθωση υπηρεσιών από εμπειρογνώμονα σε θέματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, σύμφωνα με το Διεθνές Ελεγκτικό Πρότυπο 620 («International Standard on Auditing 620: Using the work of an expert»), τα σημαντικότερα ευρήματα που προέκυψαν από τον έλεγχο περιλαμβάνουν τρεις κυρίως τομείς.

Κατά πρώτον, και αναφορικά με τη χωροθέτηση του προτεινόμενου έργου, σημειώνεται ότι οι αναφορές του ΤΑΘΕ και του ΤΠ σε απαντητική επιστολή τους προς την Ελεγκτική Υπηρεσία, όσον αφορά στις εναλλακτικές λύσεις χωροθέτησης του ΠΕ που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της Μελέτης Χωροθέτησης του 2014, είναι αόριστες.

Συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τα πιο πάνω Τμήματα, εξετάστηκαν «διάφορες εναλλακτικές τοποθεσίες», η ΕΥ παρατήρησε ότι στο σχετικό κεφάλαιο της εν λόγω Μελέτης εξετάστηκαν τρεις λύσεις, συμπεριλαμβανομένης της επιλεχθείσας λύσης, καθώς και της μηδενικής λύσης (μη υλοποίηση του έργου) και επεσήμανε ότι η Μελέτη Χωροθέτησης του 2014 μπορεί μεν να εξέτασε τότε την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων των εναλλακτικών λύσεων, αλλά αυτή η αξιολόγηση έγινε κυρίως σε σχέση με τον οικότοπο προτεραιότητας 1120 Λιβάδια Ποσειδωνίας, χωρίς να λάβει υπόψη το είδος προτεραιότητας Monachus monachus, αφού κατά το 2014 δεν είχε ακόμα κατοχυρωθεί επιστημονικά η σημασία της περιοχής για το είδος και, ως εκ τούτου, θα έπρεπε να είχε ζητηθεί αναθεωρημένη Μελέτη.

Κατά δεύτερον, σχετικά με την Έκθεση Προελέγχου και τη Γνωμοδότηση στο πλαίσιο της Μελέτης Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον, αναφέρεται ότι η Έκθεση Προελέγχου του ΤΠ, ως η Περιβαλλοντική Αρχή, δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη τα εκτενή υφιστάμενα επιστημονικά δεδομένα που υπογραμμίζουν τη σημασία της περιοχής του ΠΕ για το είδος προτεραιότητας Monachus monachus και τα ενδιαιτήματά του, κατά συνέπεια τα συμπεράσματά της είναι ελλιπή και, για τον λόγο αυτό, δημιουργούνται ερωτήματα ως προς την ορθότητά τους.

Προστίθεται ότι το γεγονός ότι στη βάση Έκθεσης Προελέγχου, το ΤΠ αποφάσισε να μην υποβάλει το έργο σε διαδικασία ΕΟΑ, καταδεικνύει ότι ο προέλεγχος δεν κατέδειξε σημαντικά αρνητικές επιπτώσεις στους στόχους διατήρησης και στην ακεραιότητα της προστατευόμενης περιοχής, γεγονός που έρχεται σε αντίφαση με την απόφαση της Περιβαλλοντικής Αρχής για επιβολή μέτρων μετριασμού που αφορούν στις δυνητικές επιπτώσεις του ΠΕ στην προτεινόμενη προστατευόμενη περιοχή, στη Γνωμοδότηση επί της Μελέτης Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΜΕΕΠ), αφού τέτοια μέτρα, που καταδεικνύουν ότι προκύπτουν σημαντικές επιπτώσεις, μπορούν να επιβληθούν μόνο στο στάδιο της διαδικασίας ΕΟΑ, όπως αναφέρεται και σε σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ (υπόθεση C-323/17). Η αδυναμία αυτή επισημαίνεται ως συστημικό θέμα και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην αιτιολογημένη γνώμη της ημερ. 13.3.2024.

Τρίτον, αναφέρεται ότι οι διαφορετικές τοποθετήσεις του ΤΠ και του ΤΑΘΕ, από τη μία, και της ΜΚΟ, από την άλλη, σχετικά με τα θαλάσσια όρια του πΤΚΣ, υποστηρίζονται από σχετικές επιστημονικές μελέτες, κάποιες από τις οποίες περιέχουν αντιφατικά συμπεράσματα κυρίως όσον αφορά στον αριθμό των κατάλληλων, για τη μεσογειακή φώκια, θαλάσσιων σπηλαίων. Συγκεκριμένα, το ΤΠ και το ΤΑΘΕ προτείνουν μία προσέγγιση που βασίζεται στις θέσεις γαλουχίας, αναπαραγωγής και ξεκούρασης του είδους προτεραιότητας Monachus monachus, ενώ η προσέγγιση της ΜΚΟ είναι ευρύτερη και συμπεριλαμβάνει και τις περιοχές τροφοληψίας. Προστίθεται ότι στο πλαίσιο της παρούσας ανάλυσής της, η εμπειρογνώμονας ανέφερε ότι δεν μπορεί να αποφανθεί για το ποια από τις δύο προσεγγίσεις είναι ορθότερη και αν η προσέγγιση των εν λόγω Τμημάτων συμπεριλαμβάνει και κριτήρια που ίσως να μην είναι οικολογικά.

Στις συστάσεις της, η Ελεγκτική Υπηρεσία εισηγείται την προώθηση εκ μέρους των ΤΑΘΕ και ΤΠ  εκπόνησης αναθεωρημένης Μελέτης Χωροθέτησης του έργου, με σκοπό την εξέταση και των επικαιροποιημένων επιστημονικών δεδομένων για τη σημασία της περιοχής για το είδος προτεραιότητας Monachus monachus, ενώ εισηγείται επίσης την αναθεώρηση/συμπλήρωση της Έκθεσης Προελέγχου, ώστε να καταγράφονται πλήρως τεκμηριωμένα συμπεράσματα, στη βάση επιστημονικών δεδομένων, για τις πιθανές επιπτώσεις (άμεσες, έμμεσες, σωρευτικές) και τη σημαντικότητά τους και να είναι πλήρως κατανοητό εάν η διαδικασία εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον θα πρέπει να περιλαμβάνει και διαδικασία ΕΟΑ.

Συμπληρώνεται ακόμη ότι η Γνωμοδότηση του ΤΠ στο πλαίσιο της ΕΕΠ και ΕΟΑ θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα είδη και τους οικοτόπους κοινοτικού ενδιαφέροντος του ΠΕ και του πΤΚΣ. Επί τούτου, η ΕΥ επισημαίνει ότι σύμφωνα με την έκδοση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Εκτίμηση σχεδίων και έργων σε σχέση με τους τόπους Natura 2000 - Μεθοδολογική καθοδήγηση σχετικά με το άρθρο 6 παράγραφος 3 και 4 της Οδηγίας 93/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους» (ενότητα 3.1.5), σε περίπτωση αμφιβολίας, κατά το στάδιο του προελέγχου, δηλαδή εάν δεν μπορεί να αποκλειστεί, με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, ότι ένα σχέδιο ή έργο μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις σε μία ή περισσότερες περιοχές «Natura 2000», είτε μεμονωμένα, είτε από κοινού με άλλα σχέδια ή έργα, θα πρέπει να ακολουθηθεί η αρχή της πρόληψης και αυτό να υποβάλλεται σε διαδικασία ΕΟΑ.

Επιπρόσθετα, η Υπηρεσία συνιστά στα πιο πάνω Τμήματα όπως παρουσιάσουν μία ανάλυση των επιστημονικών στοιχείων που οδήγησαν στα συμπεράσματά τους, σχετικά, κυρίως, με τον ισχυρισμό για τη μη σημαντικότητα του δεύτερου σπηλαίου για το είδος προτεραιότητας Monachus monachus, αλλά και για τη μη ιδιαίτερη σημαντικότητα της περιοχής, ως περιοχή τροφοληψίας του είδους.

Καταληκτικά, αναφέρεται ότι η εμπειρογνώμονας εισηγήθηκε επίσης όπως, λαμβάνοντας υπόψη ότι το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη διατήρηση της μεσογειακής φώκιας Monachus monachus ολοκληρώθηκε το 2011, το ΤΑΘΕ, ως η αρμόδια Αρχή, επισπεύσει τις ενέργειες για επικαιροποίησή του και ταυτόχρονα να διασφαλίσει την πρόσβαση του κοινού σε σχετικές αναφορές και αξιολογήσεις.