Με παγωμένα περιουσιακά τους στοιχεία και χωρίς τη δυνατότητα διεξαγωγής οποιασδήποτε συναλλαγής με το κυπριακό τραπεζικό σύστημα, έμειναν τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που περιλήφθηκαν στους καταλόγους κυρώσεων, που εξέδωσαν το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Μάριος Σκανδάλης, Διευθυντής της Διεύθυνσης Συμμόρφωσης της Τράπεζας Κύπρου.
Την περασμένη βδομάδα το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ εξέδωσαν ανανεωμένους καταλόγους κυρώσεων, στους οποίους περιλήφθηκαν πρόσωπα με κυπριακή υπηκοότητα και νομικές οντότητες για διευκόλυνση Ρώσων ολιγαρχών που υπόκεινται σε κυρώσεις, όπως ανέφεραν.
Μιλώντας στο ΚΥΠΕ, ο κ. Σκανδάλης υπενθύμισε ότι το κυπριακό τραπεζικό σύστημα εφαρμόζει εθελοντικά τις κυρώσεις τόσο των ΗΠΑ όσο και του Ηνωμένου Βασιλείου, σε μια «υπέρβαση», όπως είπε, η οποία επιβραβεύτηκε με την αύξηση των ανταποκριτριών τραπεζών σε δολάρια ΗΠΑ από μόλις μία σε τέσσερις και την ενίσχυση της αξιοπιστίας του κυπριακού τραπεζικού συστήματος.
«Δεν είμαστε απλά ένα ευρωπαϊκό κράτος, αλλά ένα κράτος που υιοθετεί βέλτιστες πρακτικές στον τομέα της καταπολέμησης του οικονομικού εγκλήματος», είπε ο κ. Σκανδάλης.
Όπως εξήγησε, αυτό σημαίνει ότι «μόλις εκδοθεί ένας περιορισμός, κατά κύριο λόγο από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, σε οποιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία κάποιου προσώπου, είτε φυσικού είτε νομικού, αμέσως παγοποιούνται όλα τα περιουσιακά του στοιχεία».
«Δηλαδή», είπε, «ούτε επιστρέφονται χρήματα πίσω στον ίδιο, ούτε κλείνουν οι λογαριασμοί μέχρι να ξεκαθαρίσει ακριβώς με τις οικείες αρχές που εξέδωσαν τις κυρώσεις τι ακριβώς πρέπει να γίνουν αυτά τα περιουσιακά στοιχεία».
Ο κ. Σκανδάλης εξήγησε πως, πλέον, η επικοινωνία ξεκινά να γίνεται με τη Συμβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών Κυρώσεων (ΣΕΟΚ) που είναι η αρμόδια επιτροπή του Υπουργείου Οικονομικών για την εφαρμογή των κυρώσεων.
«Αν η ΣΕΟΚ αποφασίσει ότι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο δεν έχει κάποια διασύνδεση με τις κυρώσεις και εφόσον δεν παραβιάζονται οποιεσδήποτε δευτεροβάθμιες κυρώσεις των ΗΠΑ τότε ενδεχομένως η επιτροπή να αποφασίσει να κλείσουν οι λογαριασμοί και να επιστραφούν τα χρήματα σε άλλη τράπεζα που έχει το συγκεκριμένο πρόσωπο σε μια άλλη χώρα», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με τον κ. Σκανδάλη, οι δευτερογενείς κυρώσεις των ΗΠΑ αφορούν πρόσωπα που ενδεχομένως υποβοηθούν άτομα που βρίσκονται στον κατάλογο των κυρώσεων με έμμεσο τρόπο και όχι κατ’ ανάγκη σε συναλλαγές σε αμερικανικό δολάριο.
Ερωτηθείς σχετικά, ο κ. Σκανδάλης είπε πως τα πρόσωπα αυτά δεν μπορούν να διεξάγουν συναλλαγές με το κυπριακό τραπεζικό σύστημα.
«Η εφαρμογή των κυρώσεων είτε από τις ΗΠΑ, είτε το Ηνωμένο Βασίλειο είτε από ΕΕ υιοθετείται πλήρως από όλο το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου», τόνισε.
Απαντώντας σε παρατήρηση ότι νομικοί λένε ότι δεν υπάρχουν στοιχεία ότι τα εν λόγω πρόσωπα έχουν εμπλοκή στη διευκόλυνση Ρώσων ολιγαρχών, ο κ. Σκανδάλης είπε ότι αυτό θα εξεταστεί.
«Ο καθένας να το διερευνήσει με τις αρμόδιες αρχές και αν προκύψει κάποιο λάθος είμαι σίγουρος ότι οι εμπλεκόμενες αρχές θα το διορθώσουν. Αλλά ενόσω βρίσκονται στη λίστα των κυρώσεων οι τράπεζες δεν μπορούν κάνουν οτιδήποτε άλλο», σημείωσε.
Ο αξιωματούχος της Τράπεζας Κύπρου απέρριψε ότι η αντίδραση από τις τράπεζες είναι υπερβολική, λέγοντας ότι οι τράπεζες δεν αξιολογούν κάποιο πρόσωπο στη βάση της της εθνικότητας αλλά στη βάση της αξιολόγησης κινδύνου.
Λέγοντας ότι οι κυπριακές τράπεζες δεν είναι αμερικανικές οντότητες και θα μπορούσαν να μην υιοθετήσουν τις κυρώσεις του Γραφείου Ελέγχουν Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών (OFAC), ο κ. Σκανδάλης πρόβαλε το ερώτημα ποια θα ήταν η επίπτωση για την κυπριακή οικονομία.
«Τι θα σήμαινε αυτό το πράγμα; Την επόμενη μέρα θα έκλειναν οι τράπεζες εκκαθάρισης συναλλαγών σε αμερικανικό δολάριο και η οικονομία μας θα είχε προβλήματα», είπε.
Όπως πρόσθεσε, ο δεύτερος παράγοντας είναι κατά πόσον υπάρχει κίνδυνος που μια τράπεζα μπορεί να διαχειριστεί. «Αν ο κίνδυνος είναι διαχειρίσιμος τότε μπορεί να τον αποδεχθεί ως πελάτη», συμπλήρωσε.
«Ο κάθε πελάτης κατηγοριοποιείται βάσει των κινδύνων που έχει, είτε με βάση τις εργασίες του είτε με βάση το πού και πώς διεξάγει τις εργασίες του και τη διαφάνεια που αυτός ο πελάτης είναι έτοιμος να προσδώσει σε περίπτωση που του ζητηθούν οποιαδήποτε στοιχεία», κατέληξε.
Υπενθυμίζεται ότι μετά την κρίση του 2013 το κυπριακό τραπεζικό σύστημα έκανε μεγάλη πρόοδο σε θέματα καταπολέμησης του ξεπλύματος χρήματος, ενώ έκλεισε μεγάλος αριθμός λογαριασμών ξένων πελατών και τερματίστηκαν δεκάδες ή εκατοντάδες σχέσεις με μεσολαβητές για άνοιγμα λογαριασμών ξένων πελατών (introducers).