Τηλεόραση Ραδιόφωνο
σ

Στην τελική φάση του πολέμου στην Ουκρανία εστιάζουν σταδιακά οι ξένοι αναλυτές, οι οποίοι παρακολουθούν από κοντά τις εξελίξεις στον ουκρανικό πόλεμο. Οι δυτικοί αναλυτές επιμένουν στη σημασία της εντατικοποίησης της παροχής βοήθειας από τη Δύση στο Κίεβο. Σύμφωνα με νέα δημοσιεύματα, η δυτική στρατιωτική βοήθεια θα μπορούσε να αλλάξει την πορεία των εξελίξεων στο πολεμικό πεδίο της Ουκρανίας.

Στα πλαίσια του παραπάνω σκεπτικού, οι δυτικοί αναλυτές προβάλλουν επίσης την άποψη ότι στην τελική φάση του πολέμου στην Ουκρανία, η Ευρώπη και το Κίεβο χρειάζονται μια νέα στρατηγική για την άμυνα.

Την ίδια στιγμή, ο τουρκικός Τύπος εκφράζει καχυποψία για τις προθέσεις της Δύσης όσον αφορά τη νέα φάση του πολέμου στην Ουκρανία. Ο δε, ισραηλινός Τύπος εστιάζει στο ενδεχόμενο μιας συμβιβαστικής λύσης.

Ο ρωσικός και ουκρανικός Τύπος από την μεριά τους εστίασαν την προηγούμενη εβδομάδα στην ανανεωμένη στρατηγική του Κρεμλίνου στον ουκρανικό πόλεμο.

Η Ευρώπη και το Κίεβο στη νέα φάση του πολέμου

«Η πορεία της Ουκρανίας προς τη νίκη» είναι ο τίτλος της ανάλυσης του Andriy Zagorodnyuk που ήταν δημοσιευμένη στις 13 Οκτωβρίου στην ιστοσελίδα του αμερικανικού περιοδικού «Foreign Affairs». Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, «για πολύ καιρό, ο παγκόσμιος δημοκρατικός συνασπισμός που υποστηρίζει το Κίεβο επικεντρώθηκε στο τι δεν πρέπει να κάνει στην εισβολή στην Ουκρανία. Οι κύριοι στόχοι του περιλαμβάνουν το να μην αφήσει την Ουκρανία να χάσει και να μην αφήσει τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν να κερδίσει -αλλά και να μην επιτρέψει στον πόλεμο να κλιμακωθεί σε σημείο που η Ρωσία να επιτεθεί σε χώρα του ΝΑΤΟ ή να πραγματοποιήσει πυρηνική επίθεση. Αυτά ωστόσο, είναι λιγότερο στόχοι παρά αόριστες προθέσεις και αντανακλούν τη βαθιά σύγχυση της Δύσης σχετικά με το πώς θα πρέπει να τελειώσει η σύγκρουση. Η Δύση δεν είναι ακόμη σίγουρη αν η Ουκρανία είναι αρκετά ισχυρή για να ανακτήσει όλα τα εδάφη της. Αυτή η σκέψη έχει οδηγήσει τα μέλη του φιλοουκρανικού συνασπισμού να καθορίσουν μόνο τους ενδιάμεσους στρατηγικούς στρατιωτικούς τους στόχους. Δεν έχουν σχεδιάσει τις πολιτικές συνέπειες που θα προέκυπταν από μια πλήρη ρωσική στρατιωτική κατάρρευση. Ήρθε η ώρα να ξεκινήσουν: Η Ουκρανία μπορεί να κερδίσει πολλά». Στην ανάλυση προβάλλεται επίσης η άποψη ότι «με αρκετά δυτικά όπλα, η Ουκρανία θα συνεχίσει να σπάει τις ρωσικές άμυνες. Η απελευθέρωση από την Ουκρανία της Κριμαίας και των τμημάτων του Ντονμπάς που κατέλαβαν οι Ρώσοι πληρεξούσιοι το 2014 θα ακολουθήσει. Μέχρι να φτάσουν οι ουκρανικές δυνάμεις σε αυτές τις περιοχές, ο ρωσικός στρατός θα είναι πιθανότατα πολύ εξαντλημένος για να τις υπερασπιστεί σοβαρά. Η απώλεια σχεδόν όλων των εδαφών που μόλις προσάρτησε θα ήταν μια ταπεινωτική αποτυχία για τη Μόσχα, μια αποτυχία που μπορεί να κάνει τις ρωσικές ελίτ να συνειδητοποιήσουν επιτέλους ότι η εμμονή του προέδρου τους με τον πόλεμο είναι βαθιά αντιπαραγωγική και να ξεσηκωθούν εναντίον του. Μόλις φύγει ο Πούτιν, η Ρωσία θα πρέπει να πληρώσει αποζημίωση».

Σε ανάλυση με τίτλο «Πώς η Δύση βοηθά την Ουκρανία να νικήσει τους πυραύλους της Ρωσίας» που ήταν δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του στις 13 Οκτωβρίου, το βρετανικό περιοδικό «Economist» γράφει ότι «Στις 10 Οκτωβρίου η Ρωσία εκτόξευσε 83 πυραύλους σε πόλεις της Ουκρανίας, σκοτώνοντας τουλάχιστον 19 άτομα. Η Ουκρανία δήλωσε ότι κατέρριψε 43 από αυτούς. (Η χώρα) εξακολουθεί να βασίζεται κυρίως σε αμυντικά συστήματα της σοβιετικής εποχής, όπως τα Buk και τα S-300, ενώ οι προμήθειες πυραύλων εδάφους-αέρος εξαντλούνται σταδιακά. Τα σύγχρονα ολοκληρωμένα δυτικά αντιαεροπορικά και αντιπυραυλικά συστήματα είναι πολύ πιο εξελιγμένα και η Ουκρανία έχει ασκήσει πιέσεις στην Αμερική και την Ευρώπη χώρες εδώ και μήνες για την παροχή τους». Στην ίδια ανάλυση του βρετανικού περιοδικού αναφέρεται επίσης ότι «Η Ουκρανία ασκεί πιέσεις από την άνοιξη για τον σημαντικότερο αμερικανικό πύραυλο αεράμυνας, τον Patriot. Κάθε συστοιχία Patriot κοστίζει πάνω από 1 δισ. δολάρια και απαιτεί τουλάχιστον 70 στρατιώτες με πολύμηνη εκπαίδευση για να λειτουργήσει. Και η Αμερική δεν έχει συστήματα Patriot να της περισσεύουν. (Παρόλα αυτά με ένα αποτελεσματικό σύστημα αεράμυνας) η Ουκρανία θα είναι σε θέση να βελτιώσει το ποσοστό των βολών της. Η αναχαίτιση των βαλλιστικών πυραύλων, τύπου «Iskander» ωστόσο, είναι πέρα των δυνατοτήτων της».

Ο Angel Ubide δημοσίευσε στην αγγλόφωνη έκδοση της ισπανικής εφημερίδας «El Pais» την ανάλυση με τίτλο «Η Επαναφορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Στο κείμενο, το οποίο ήταν δημοσιευμένο στις 14 Οκτωβρίου στην ιστοσελίδα της ισπανικής εφημερίδας, ο κ. Ubide τονίζει ότι οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους το γεγονός ότι «Η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιουργήθηκε ως μέσο άμυνας κατά του εαυτού της για να εξουδετερώσει τους στρατιωτικούς πειρασμούς των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Χωρίς προϋπολογισμό και στρατό, η Ευρωπαϊκή Ένωση αξιοποίησε την ανάπτυξη και την επιρροή της στη δημοσιονομική πειθαρχία και την παγκοσμιοποίηση προωθώντας την απορρύθμιση, τις εμπορικές συμφωνίες και την εξωστρέφεια. Ήταν μια βέλτιστη στρατηγική, δεδομένων των περιστάσεων. (Ωστόσο) Αυτές οι προϋποθέσεις έχουν πλέον χάσει την αξία τους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να επανεκκινήσει για να προσαρμοστεί σε αυτόν το νέο κόσμο». Ο αρθρογράφος συνεχίζοντας προσθέτει τα εξής: «Η επανεκκίνηση πρέπει να βασιστεί σε τρεις έννοιες: η προτεραιότητα πρέπει να είναι πλέον η άμυνα κατά του εξωτερικού εχθρού και όχι του εσωτερικού- για να επιτευχθεί αυτό η εστίαση πρέπει να είναι στις επενδύσεις και την ανθεκτικότητα και όχι στην αποταμίευση- και για να καταστεί  αυτή η προτεραιότητα πολιτικά βιώσιμη μακροπρόθεσμα πρέπει να γίνει αποδεκτό ότι η ενδοευρωπαϊκή αλληλεγγύη είναι κυκλική, εξαρτάται από τη φύση του σοκ, και δεν καθορίζεται από τη γεωγραφία ή ένα συγκεκριμένο οικονομικό μοντέλο. Στην ουσία, προϋποθέτει μια νέα ισορροπία μεταξύ αποτελεσματικότητας και ανθεκτικότητας, μεταξύ αγοράς και κράτους, μεταξύ κέντρου και περιφέρειας. Το μέρισμα ειρήνης της μεταπολεμικής περιόδου εξανεμίζεται και η Ευρώπη δεν μπορεί πλέον να βασίζεται στη ρωσική ενέργεια καθώς η πρόκληση είναι τεράστια. Η επανεκκίνηση της Ευρώπης πρέπει να οικοδομηθεί πάνω σε αλληλέγγυες επενδύσεις, έτσι ώστε η φετινή θυσία να αξίζει τον κόπο και το μέλλον να εξαρτάται μόνο από εμάς τους ίδιους».

«Το ΝΑΤΟ ετοιμάζει σχέδιο κατά του Πούτιν: Ιδού το μυστικό σύμφωνο με το Κίεβο» είναι ο τίτλος της ανάλυσης του Roberto Vivaldelli που δημοσιεύτηκε στις 11 Οκτωβρίου στην ιταλική εφημερίδα «Il Giornale». Εστιάζοντας στις πραγματικότητες, με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπη η ΕΕ υπό την σκιά των εξελίξεων στην Ουκρανία, ο κ. Vivaldelli αναφέρει ότι «Μόλις πριν από λίγες ημέρες έφτασε στο τραπέζι του Γενικού Γραμματέα, Γενς Στόλτενμπεργκ, η είδηση της αίτησης της Ουκρανίας για ένταξη στην Ατλαντική Συμμαχία (ΝΑΤΟ). Σε αυτό το διαρκώς εξελισσόμενο πλαίσιο, σημειώνοντας ότι η αίτηση ένταξης της Ουκρανίας είναι απίθανο να επιτύχει (θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει αντικείμενο μελλοντικών διαπραγματεύσεων με τη Ρωσία, η οποία ανέκαθεν αντιτίθεται σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο) αναρωτιέται κανείς αυθόρμητα ποιο θα είναι το μέλλον των σχέσεων μεταξύ Κιέβου και ΝΑΤΟ».

Στη συνέχεια του ιταλικού δημοσιεύματος τονίζονται τα εξής: «Υπάρχει μια πιο εφικτή και βιώσιμη εναλλακτική λύση για την επίσημη ένταξη, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, και η ίδια η ουκρανική κυβέρνηση εργάζεται πάνω σε αυτήν με τον πρώην Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ Άντερς Φογκ Ράσμουσεν, ο οποίος ταξίδεψε στην Ουάσιγκτον την περασμένη εβδομάδα για να θέσει τις βάσεις για την παρουσίαση του σχεδίου στις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλους σημαντικούς δυτικούς συμμάχους. Το σχέδιο, το οποίο ονομάζεται "Σύμφωνο Ασφαλείας του Κιέβου", αποσκοπεί στη θέσπιση νομικά δεσμευτικών εγγυήσεων ασφαλείας για την Ουκρανία από τον συνασπισμό των δυτικών χωρών, προκειμένου να ενισχυθεί η ικανότητα της χώρας να αποκρούσει τις ρωσικές επιθέσεις μέσω της εκτεταμένης κοινής εκπαίδευσης, της παροχής προηγμένων οπλικών συστημάτων για αμυντικούς σκοπούς και της υποστήριξης της βιομηχανικής ανάπτυξης της Ουκρανίας στον αμυντικό τομέα. Η Ουκρανία, εάν εγκριθεί το σύμφωνο, θα έχει με τις δυτικές χώρες  σχέσεις παρόμοιες με αυτές που έχουν οι ΗΠΑ και το Ισραήλ. Μέχρι σήμερα, πρέπει να πούμε ότι το σχέδιο του Ράσμουσεν έχει γίνει δεκτό με σκεπτικισμό από το δυτικό διπλωματικό σώμα. Η πεποίθηση των εμπειρογνωμόνων είναι ότι η υπερβολική φιλοδοξία θα μπορούσε να αποδειχθεί εντελώς αντιπαραγωγική».

Ο τουρκικός και ισραηλινός Τύπος

Η τουρκική εφημερίδα «Γιενί Σαφάκ» στις 12 Οκτωβρίου δημοσίευσε το άρθρο γνώμης του Νεντρέτ Ερσάνελ με τίτλο «Ποια η θέση των ΗΠΑ και της Βρετανίας στην προσπάθεια της Τουρκίας για ειρήνη;». Όπως αναφέρει ο κ. Ερσάνελ, «οι προσπάθειες της Άγκυρας να ανοίξει το δρόμο για την ειρήνη, ή τουλάχιστον για μια "κατάπαυση του πυρός", μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας συνεχίζονται. Την ώρα που η Ρωσία βομβαρδίζει ολόκληρη την Ουκρανία, δηλαδή ακόμη και σε συνθήκες δύσκολων διλημμάτων, η Άγκυρα συνεχίζει να εργάζεται εντατικά. Υπάρχει πρόταση για ένα φιλόδοξο πλαίσιο στο οποίο οι ΗΠΑ, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η ΕΕ θα συναντηθούν με τη Ρωσία. Η Μόσχα απάντησε ότι αυτό θα μπορούσε να συζητηθεί. Τώρα ο Ερντογάν και ο Πούτιν θα συναντηθούν στην Αστάνα του Καζακστάν. Οι αποφάσεις προσάρτησης (ουκρανικών περιοχών) στη Ρωσία και η επίσημη αίτηση της Ουκρανίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ είναι βήματα που περιπλέκουν την αναζήτηση της ειρήνης. Αυτό δυσχεραίνει τις ειλικρινείς προσπάθειες της Τουρκίας». Συνεχίζοντας ο αρθρογράφος προσθέτει τα εξής: «Η (τουρκική) πρόταση (προνοεί) τη δημιουργία ενός τραπεζιού (διαπραγμάτευσης). Αν θυμηθεί κανείς την περίοδο πριν από τον Φεβρουάριο που προηγήθηκε του πολέμου, αυτή η πρόταση είναι παρόμοια με την πρόταση περί διαπραγμάτευσης της Μόσχας με το ΝΑΤΟ για μια νέα συμφωνία μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης. Κανείς δεν αρνείται ότι οι σαμποτέρ (αυτής της πρότασης) ήταν οι ΗΠΑ και η Βρετανία. Το Λονδίνο και η Ουάσιγκτον εξακολουθούν να διατηρούν την πολιτική τους στάση για τη συνέχιση του πολέμου ή όχι; Η γενική άποψη είναι ότι η "αγγλόσφαιρα" θα συνεχίσει τα σχέδιά της για τη συνέχιση του πολέμου».

Για το ενδεχόμενο διαπραγματεύσεων στον άξονα Ρωσίας-Δύσης, η αγγλόφωνη ισραηλινή εφημερίδα «The Jerusalem Post» στις 12 Οκτωβρίου δημοσίευσε την ανάλυση του David Anderson με τίτλο «Είναι δυνατή η ειρήνη μεταξύ της Ρωσίας, της Ουκρανίας και της Δύσης;» «Αυτό που χρειάζεται τώρα είναι μια σύνοδος κορυφής αφιερωμένη στον τερματισμό του πολέμου και την επίτευξη ειρήνης. Η σύνοδος κορυφής θα πρέπει να συγκληθεί είτε από τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, είτε από τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, είτε από τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς, είτε από κάποιον συνδυασμό των τριών. Αν η ειρήνη δεν γίνει κοινός στόχος όλων υπάρχει κίνδυνος όχι μόνο για έναν μακρόχρονο πόλεμο που θα σκοτώσει εκατοντάδες χιλιάδες περισσότερους Ουκρανούς και Ρώσους αλλά και για έναν πυρηνικό πόλεμο στον οποίο θα μπορούσαν να εμπλακούν οι Ευρωπαίοι, οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και ενδεχομένως το Ιράν, η Βόρεια Κορέα και η Κίνα. Η σύνοδος κορυφής πρέπει να φέρει τον Βλαντιμίρ Πούτιν και τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο ίδιο τραπέζι μαζί με τους συμβούλους τους», αναφέρει ο κ. Anderson, ο οποίος προσθέτει τα εξής: «Ένας συμβιβασμός σε αυτό το σημείο είναι το Ντονέτσκ και το Λουχάνσκ, περιοχές με έντονη ρωσόφωνη παρουσία που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, να περάσουν στη Ρωσία. Ο Πούτιν θα γλίτωνε τα προσχήματα φέρνοντας κάποια εδάφη πίσω στη Ρωσία μετά από αυτόν τον τρομερό πόλεμο που μπορεί να έχει κοστίσει στη Ρωσία πάνω από 100.000 ζωές. Ο Ζελένσκι θα βγει επίσης νικητής εμποδίζοντας την προσπάθεια της Ρωσίας να καταλάβει ολόκληρη τη χώρα του και δίνοντας μόνο γη που ούτως ή άλλως είναι σε μεγάλο βαθμό χαμένη».

Ο ρωσικός και ουκρανικός Τύπος

Τις τελευταίες εξελίξεις στον πόλεμο της Ουκρανίας θέτει υπό το μικροσκόπιο του, από την οπτική γωνία της Μόσχας, ο ρώσος αναλυτής Vladimir Karnozov σε δημοσίευμα με τίτλο «Η Ρωσία αλλάζει τη φύση της ειδικής επιχείρησης», το οποίο δημοσιεύτηκε στις 10 Οκτωβρίου στην ρωσική εφημερίδα «Nezavisimaya Gazeta». «Το πρωί της 10ης Οκτωβρίου, οι κάτοικοι του Κιέβου, του Χάρκοβου, του Λβιβ, του Ντνιπροπετρόφσκ, του Ιβάνο-Φρανκίφσκ, του Μυκολάβ, της Οδησσού, του Παβλόγκραντ, του Ζιτόμυρ, του Χμελνίτσκι, του Τερνόπιλ και άλλων ουκρανικών πόλεων ξύπνησαν από ισχυρές εκρήξεις. Οι βομβαρδισμοί βασικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων και υποδομών από πυραύλους κρουζ, κυρίως θαλάσσιους, ενισχύθηκαν από τις εκρήξεις της αεράμυνας οι οποίες όχι μόνο δεν κατάφεραν να αποτρέψουν την καταστροφή αλλά σε πολλές περιπτώσεις απλώς επιδείνωσαν την κατάσταση. Σύμφωνα με τους Ουκρανούς στρατιωτικούς διοικητές, το πλήγμα ήταν τόσο μαζικό που ξεπέρασε πολλές φορές τις δυνατότητες της αεράμυνας» γράφει ο κ. Karnozov, ο οποίος προσθέτει ότι: «Μετά την επίθεση στη γέφυρα της Κριμαίας το πρωί της 8ης Οκτωβρίου, η κατάσταση άλλαξε δραστικά. Οι ουκρανικές υπηρεσίες ασφαλείας πραγματοποίησαν μια τολμηρή επιχείρηση που είχε ως αποτέλεσμα πολλούς θανάτους (τουλάχιστον τρεις) και σημαντικές ζημιές στις εγκαταστάσεις. Η έρευνα που διενήργησε ο επικεφαλής της ρωσικής Ερευνητικής Επιτροπής, Αλεξάντρ Μπαστρίκιν, έδειξε ότι οι ουκρανικές υπηρεσίες ασφαλείας είχαν προετοιμάσει και εκτελέσει την τρομοκρατική ενέργεια. (Έτσι προέκυψε η ανάγκη για τροποποίηση) της ειδικής επιχείρησης. Ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση ήταν ο διορισμός του στρατηγού του στρατού Sergei Surovikin ως διοικητή της ενιαίας ομάδας στρατευμάτων».

Για την αλλαγή της ρωσικής στρατηγικής στον πόλεμο της Ουκρανίας, ο Ουκρανός αρχισυντάκτης της αγγλόφωνης ουκρανικής ενημερωτικής ιστοσελίδας «The New Voice of Ukraine», Romeo Kokriatski, σε ανάλυση με τίτλο «Η μαζική πυραυλική επίθεση της Ρωσίας προκαλεί ζημιές στον πολιτισμό, στην ηλεκτροδότηση», η οποία δημοσιεύτηκε στις 11 Οκτωβρίου σημείωσε τα εξής: «Ενώ η Ρωσία ισχυρίζεται ότι η πυραυλική ομοβροντία ήταν άμεση απάντηση στην καταστροφή τμήματος της γέφυρας της Κριμαίας, μια πράξη για την οποία η Ουκρανία δεν έχει λάβει άμεσα τα εύσημα, Ουκρανοί αξιωματούχοι πρότειναν μια εναλλακτική εξήγηση: Η Ρωσία εξαπολύει επίθεση κατά της μη στρατιωτικής υποδομής από απογοήτευση για τη μακρά σειρά ηττών της στα πεδία των μαχών γύρω από το Χάρκοβο και τη Χερσώνα». Ο κ. Kokriatski συνεχίζοντας αναφέρει ότι: « (Παράλληλα με τη νέα πυραυλική επίθεση κατά της Ουκρανίας) Η Ρωσία και η Λευκορωσία συμφώνησαν στην ανάπτυξη κοινής ομάδας μάχης που βρίσκεται στη βόρεια γείτονα της Ουκρανίας, απειλώντας ενδεχομένως με νέα επίθεση στο Κίεβο. Ωστόσο, ο δικτάτορας της Λευκορωσίας Αλεξάντερ Λουκασένκο δεν έχει κάνει καμία ανακοίνωση ότι θα συμμετάσχει στον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, πέρα από το να επιτρέψει στη Ρωσία να χρησιμοποιήσει το έδαφος της Λευκορωσίας, απόφαση στην οποία αντιστέκεται εδώ και καιρό παρά τις ρωσικές πιέσεις. Οι παράνομες αρχές της Λευκορωσίας έχουν ισχυριστεί ότι η Ουκρανία ετοιμάζει επιθετική ενέργεια εναντίον τους αλλά δεν έχουν παρουσιάσει καμία απόδειξη ότι κάτι τέτοιο ισχύει».