Στην αναγκαιότητα υιοθέτησης Κώδικα Δεοντολογίας από τα Μέλη της ΚΣ ΟΑΣΕ αναφέρθηκε η Αντιπρόεδρος της ΚΣ ΟΑΣΕ και Ειδική Αντιπρόσωπος της Συνέλευσης για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς Ειρήνη Χαραλαμπίδου κατά τις χθεσινές εργασίες της 29ης Ετήσιας Συνόδου της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΚΣ ΟΑΣΕ), που πραγματοποιούνται στο Μπέρμιγχαμ.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Βουλής η Κύπρια Βουλευτής κατά τις εργασίες παρουσίασε Επιπρόσθετο Ψήφισμα που ετοίμασε, το οποίο αφορά στην υιοθέτηση Κώδικα Δεοντολογίας για τα μέλη της ΚΣ ΟΑΣΕ. Το Επιπρόσθετο Ψήφισμα υιοθετήθηκε ομόφωνα και, μετά τη ψήφισή του σε επίπεδο Ολομέλειας, θα αποτελέσει μέρος της Τελικής Διακήρυξης της Ετήσιας Συνόδου.
Κατά την παρουσίαση του Επιπρόσθετου Ψηφίσματος η κ. Χαραλαμπίδου υπογράμμισε την αναγκαιότητα υιοθέτησης Κώδικα Δεοντολογίας από τα Μέλη της ΚΣ ΟΑΣΕ και υπενθύμισε ότι η ΚΣ ΟΑΣΕ έχει αυτοδεσμευτεί επανειλημμένως να καταβάλλει προσπάθειες για αποτροπή και καταπολέμηση της διαφθοράς εφόσον διατάξεις που αφορούν την ενίσχυση της διαφάνειας, της λογοδοσίας και της ακεραιότητας περιλαμβάνονται σε αριθμό εγγράφων που υιοθέτησε η Συνέλευση.
Σημείωσε, ακόμα, σύμφωνα με την ανακοίνωση, ότι συχνά τα Μέλη της ΚΣ ΟΑΣΕ καταδικάζουν τις διαβρωτικές επιπτώσεις της διαφθοράς στην ασφάλεια, την οικονομία και τη δημοκρατία στις παρεμβάσεις τους.
«Συχνά λέγεται ότι καμιά χώρα δεν είναι απρόσβλητη από τη διαφθορά και το ίδιο ισχύει και για τους διεθνείς οργανισμούς», σημείωσε η κ. Χαραλαμπίδου και ανάφερε ότι είναι καιρός να σταλεί ηχηρό μήνυμα εκ μέρους της ΚΣ ΟΑΣΕ ότι, αναφορικά με τα θέματα διαφθοράς είναι έτοιμη να ηγηθεί δίδοντας το παράδειγμά της και σημείωσε ότι η υιοθέτηση ενός δεσμευτικού Κώδικα Δεοντολογίας θα ενισχύσει την αξιοπιστία της Συνέλευσης και θα θωρακίσει την ακεραιότητα των μελών της.
Το Επιπρόσθετο Ψήφισμα που κατέθεσε η κ. Χαραλαμπίδου περιέχει διατάξεις που αφορούν στη σύγκρουση συμφερόντων, τη συμπεριφορά κατά τη διάρκεια αποστολών της ΚΣ ΟΑΣΕ, την αποδοχή δώρων και φιλοξενίας, ενώ προβλέπονται κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης του Κώδικα για να διασφαλιστεί η ύπαρξη αποτρεπτικότητας.